Βασικά είδη διατροφής περιορίζουν οι 6 στους 10. Τι δείχνει έρευνα της ΓΣΕΕ & του Ινστιτούτου Εργασίας

Βασικά είδη διατροφής περιορίζουν οι 6 στους 10. Τι δείχνει έρευνα της ΓΣΕΕ & του Ινστιτούτου Εργασίας

Η ποιότητα ζωής των εργαζόμενων ιδιωτικού τομέα πλήττεται λόγω της ακρίβειας και των ανατιμήσεων στην ενέργεια. Το 60% δηλώνει ότι έχει οδηγηθεί σε περιορισμό δαπανών για βασικά αγαθά διατροφής, ενώ το 74% έχει μειώσει τις δαπάνες για θέρμανση και το 80% για ψυχαγωγία.

Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας δίνουν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα ειδικής θεματικής έρευνας κοινής γνώμης, που υλοποιείται σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, και απευθύνεται σε εργαζόμενους ιδιωτικού τομέα, για την καταγραφή-μέτρηση και συγκριτική αποτίμηση δεικτών κλίματος αναφορικά με την εξέλιξη των αμοιβών, την ασφάλεια της θέσης εργασίας τους και τον χρόνο εργασίας.

Επιπλέον, στην παρούσα έρευνα καταγράφονται οι επιπτώσεις της ακρίβειας στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και ειδικότερα στη μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής, στον περιορισμό των δαπανών τους για θέρμανση καθώς και στις δαπάνες ψυχαγωγίας.

Τέλος, αποτυπώνονται οι απόψεις τους σχετικά με το ύψος του κατώτατου μισθού καθώς και τους τρόπους αντιμετώπισης της προστασίας του βιοτικού επιπέδου τους. Συγκεκριμένα:

Το 59% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τους έχει οδηγήσει σε μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής. “Πολύ” απαντά το 26% και “Αρκετά” το 33%. Αντίστοιχα, το 32% στην αντίστοιχη ερώτηση δηλώνει “Λίγο” και το 9% “Καθόλου”.

Το 74% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τους έχει οδηγήσει σε περιορισμό των δαπανών για θέρμανση. “Πολύ” απαντά το 33% και “Αρκετά” το 41%. Αντίστοιχα, το 16% στην αντίστοιχη ερώτηση δηλώνει “Λίγο” και το 10% “Καθόλου”.

Το 80% των εργαζομένων, δηλώνει ότι η άνοδος των τιμών τους έχει οδηγήσει σε περιορισμό των δαπανών για ψυχαγωγία. “Πολύ” απαντά το 48% και “
“Αρκετά” το 32%. Αντίστοιχα, το 14% στην αντίστοιχη ερώτηση δηλώνει “Λίγο” και το 6% “Καθόλου”.

Το 85% των εργαζομένων συμφωνεί με την πρόταση της ΓΣΕΕ να επανέλθει άμεσα το ύψος του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ και στην συνέχεια να γίνει διαπραγμάτευση μεταξύ των κοινωνικών εταίρων ενώ το 10% δηλώνει ότι διαφωνεί.

Το 54% των εργαζομένων πιστεύει ότι ο κατώτατος μισθός θα πρέπει να διαμορφώνεται μετά από συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ οργανώσεων εργοδοτών και της ΓΣΕΕ ενώ το 42% δηλώνει ότι θα πρέπει να είναι απόφαση της κυβέρνησης.

Ως το αποτελεσματικότερο μέσο για την προστασία του βιοτικού τους επιπέδου από τις ανατιμήσεις, το 49% επιλέγει την μείωση των ειδικών φόρων και φόρων κατανάλωσης, το 43% την αύξηση του κατώτατου μισθού ενώ το 3% επιλέγει τη λύση των επιδομάτων.

Από τα υπόλοιπα ευρήματα της έρευνας πολύ σημαντική είναι η διαφοροποίηση του δείκτη αισιοδοξίας (η ερώτηση που διατυπώνεται είναι ¨είστε ή όχι αισιόδοξοι για την πορεία της χώρας στους μήνες που έρχονται;) όπου το 61% των εργαζομένων ιδιωτικού τομέα δηλώνουν απαισιόδοξοι και το 30% αισιόδοξοι. Επισημαίνεται ότι ο δείκτης αισιοδοξίας βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο του από το Σεπτέμβριο του 2019.

Τέλος, σε σχέση με τον δείκτης ασφάλειας της απασχόλησης το 60% δηλώνει σίγουρο ότι θα διατηρήσει την θέση εργασίας του και το 35% δηλώνει όχι.

Είναι αναγκαίο να υλοποιηθεί άμεσα ένα μείγμα παρεμβάσεων έτσι ώστε να προστατευτεί στο μέγιστο δυνατό βαθμό το βιοτικό επίπεδο μισθωτών και κυρίως των χαμηλότερα αμειβόμενων. Η ελληνική οικονομία και κοινωνία μετά από πολυετή λιτότητα βρίσκεται μπροστά σε ένα νέο κύμα ακρίβειας και ανατιμήσεων σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες και στασιμότητας των εισοδημάτων απειλεί την αγοραστική δύναμη πολλών νοικοκυριών και κοινωνικών ομάδων. Η διάρκεια δε της ακρίβειας και μη αντιστάθμισή της με αποτελεσματικές παρεμβάσεις και μέτρα προστασίας του διαθέσιμου εισοδήματος θα οδηγήσει σε συρρίκνωση της εγχώριας ζήτησης, ενώ θα αυξήσει την πιθανότητα εκδήλωσης φαινομένων στασιμοπληθωρισμού.

Δείτε εδώ το δελτίο Τύπου της ΓΣΕΕ

Διαβάστε ακόμα

Επικαιρότητα