Οι κλιματικές αλλαγές που είναι πλέον ολοφάνερες και ανησυχούν τον καθένα μας, φαίνεται να έχουν άμεση επίπτωση στον τρόπο με τον οποίο θα ζούμε τα επόμενα χρόνια. Σε πολλά νησιά, αυτό που στην Ευρυτανία θεωρούμε τόσο δεδομένο, τόσο άφθονο και τόσο καθημερινό, είναι μια σπουδαία πολυτέλεια. Το σύστημα ύδρευσης των πόλεων παρέχει νερό στους κατοίκους μόνο για δύο ώρες κι αυτό μέρα παρά μέρα. Κάθε σπίτι εκεί έχει κι από ένα-δύο ντεπόζιτα τα οποία γεμίζουν στο διάστημα αυτό και το νερό χρησιμοποιείται πάντα με φειδώ για τις δουλειές του σπιτιού. Γιατί για πόσιμο βέβαια ούτε λόγος να γίνεται. Κανείς δεν τολμάει να πιει από τη βρύση. Κάθε εβδομάδα είναι υποχρεωμένος να αγοράζει πέντε – έξι εξάδες εμφιαλωμένο νερό, η τιμή του οποίου αποτελεί ένα επιπλέον έξοδο για τα νοικοκυριά και η πλέον συνηθισμένη για μας κίνηση του να χύσουμε στο νεροχύτη το νερό που έμεινε στο ποτήρι εκεί είναι πολυτέλεια.
Μπορεί όλα αυτά να ακούγονται περίεργα σε όποιον δεν τα έχει ζήσει, η αλήθεια όμως είναι ότι γίνονται καθημερινή πραγματικότητα για όλο και περισσότερες περιοχές στην Ελλάδα. Φαίνεται ξεκάθαρα πως αυτό που λέγεται, ότι δηλαδή τα επόμενα χρόνια το σπουδαιότερο πλουτοπαραγωγικό μέσον για μια χώρα θα είναι το νερό, άρχισε ήδη να ισχύει.
Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει φυσιολογικά, αν δεν χρησιμοποιεί τουλάχιστον 20 λίτρα νερού την ημέρα. Αλλά οι κάτοικοι των πλουσίων χωρών καταναλώνουν τουλάχιστον 240 λίτρα για να βελτιώσουν τις συνθήκες υγιεινής και άνεσης: καθημερινά ντους, φροντίδα κήπου, πλύσιμο αυτοκινήτου κτλ. Στον αντίποδα, ο Ινδός π.χ. δεν διαθέτει ούτε μπάνιο, ούτε τουαλέτα.
Στη δεκαετία του 1950 μόνο πέντε χώρες αντιμετώπιζαν πρόβλημα επάρκειας νερού, αλλά στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα, έχουν σοβαρό πρόβλημα 26 χώρες με πληθυσμό πάνω από 300 εκατομμύρια. Εξήντα έξι χώρες με πληθυσμό περίπου 2/3 του συνολικού πληθυσμού της γης θα εμφανίζουν σοβαρά προβλήματα έλλειψης νερού το 2050! Πάνω από 1,2 δισεκατομμύρια ανθρώπων ακόμη και σήμερα δεν έχουν πόσιμο νερό και πάνω από 2,9 δισεκατομμύρια δεν έχουν πρόσβαση σε νερό που να πληροί τις υγειονομικές προϋποθέσεις του πόσιμου νερού, με αποτέλεσμα να πεθαίνουν κάθε χρόνο πέντε εκατομμύρια, κυρίως παιδιά, από ασθένειες που προέρχονται από το μολυσμένο νερό. Με το σημερινό βαθμό αύξησης του πληθυσμού της γης σε συνδυασμό με τις μικρές επενδύσεις για μεγάλα έργα νερού, η κατάσταση αναμένεται να επιδεινωθεί. Στη Ν. Αφρική π.χ, που το 40% του πληθυσμού δεν είχε πρόσβαση σε καθαρό νερό, μια γυναίκα καταναλώνει το 60% του χρόνου της κάθε μέρα για να εξασφαλίσει νερό για τις ανάγκες της οικογένειάς της.
Περιοχές όπως η Βόρεια Αφρική, η Μέση Ανατολή και η Ινδική Χερσόνησος όπου ο πληθυσμός αυξάνεται με μεγαλύτερους ρυθμούς από ότι σε άλλες, η έλλειψη του νερού γίνεται σταδιακά πολύ ανησυχητική. Εκτός από τα επιπλέον στόματα, το νερό χρειάζεται και για γεωργικές καλλιέργειες. Σήμερα οι ανάγκες για την άρδευση αντιπροσωπεύουν το 70% των συνολικών αναγκών σε νερό. Στη Σαουδική Αραβία και στη Μέση Ανατολή το νερό αντλείται από πηγάδια των οποίων τα αποθέματα αναπληρώνονται με πολύ πιο αργό ρυθμό από ότι αδειάζουν. Το ίδιο φαινόμενο παρατηρείται και στην Αριζόνα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Οι ειδικοί λένε ότι στο άμεσο μέλλον θα αναπτυχθεί μια ιδεολογική διαμάχη για το νερό που δεν θα είναι τοπική, αλλά παγκόσμια, και θα έχει σχέση με την εξεύρεσή του, την καταλληλότητα και τη χρήση του. Σε πολλά σημεία του κόσμου και κυρίως στις περιοχές που παρουσιάζεται έλλειψη νερού, υπάρχει κίνδυνος να ξεσπάσουν πόλεμοι για το νερό.
Ο πλανήτης ως σύνολο δεν έχει ελλείμματα, αφού διαθέτει, σύμφωνα με υπολογισμούς, 1.360.000.000 κυβικά μέτρα νερού. Στην πραγματικότητα, το μεγαλύτερο μέρος αυτής της αστρονομικής ποσότητας είναι αλμυρό ή υφάλμυρο νερό, που δεν ενδείκνυται για κατανάλωση. Μόνον το 2,5% της συνολικής ποσότητας είναι πόσιμο και από αυτό το 88% περίπου είναι «εγκλωβισμένο» στους πάγους και το 12% στο υπέδαφος. Έτσι, όπως παρατηρείται στην έκθεση «Το νερό σήμερα» της ελβετικής Οργάνωσης για την Προστασία του Περιβάλλοντος, μόνον το 0,4% από τα αποθέματα πόσιμου νερού γεμίζει τις λίμνες και τα ποτάμια μας.
Στην Ελλάδα έχουν χαθεί τα 2/3 των υγροτόπων, που υπήρχαν στις αρχές του αιώνα: τα έλη αποξηράνθηκαν, καταστρέφονται οι λιμνοθάλασσες, περιορίστηκε η έκταση πολλών λιμνών, στέρεψαν κυριολεκτικά τα περισσότερα ποτάμια και άλλαξε μορφή η κοίτη τους. Χάθηκαν έτσι μαζί τους όλα τα πλεονεκτήματα που προσφέρουν οι επιφανειακές συγκεντρώσεις του νερού: o εμπλουτισμός των υπογείων υδροφορέων, η ευεργετική επίδραση στο κλίμα, η διατήρηση της υδρόβιας ζωής.
Στην Ελλάδα επίσης καταναλώνεται το 7% των μέσων ετήσιων ατμοσφαιρικών κατακρημνίσεων ή το 11% του διαθέσιμου ετήσιου δυναμικού, ποσοστά που δείχνουν επίσης την ύπαρξη μη ορθολογικής διαχείρισης υδατικών πόρων. Από τα 8.000 εκατ. m3/έτος περίπου, που σήμερα καταναλίσκονται σε όλη τη χώρα, 45% περίπου (47% για την άρδευση και 30% για την ύδρευση), δηλαδή 3.300 εκατ. m3/έτος, αποτελούν διάφορες απώλειες, που θα μπορούσαν να περιοριστούν σημαντικά με την εφαρμογή κατάλληλων διαχειριστικών παρεμβάσεων.
Τι πρέπει να γίνει λοιπόν;
Οι κυβερνήσεις, οι υπουργοί και οι ειδήμονες για το νερό που συναντήθηκαν στο Διεθνές Συνέδριο για το Γλυκό Νερό, υπολόγισαν ότι για να φτάσουμε το Στόχο Ανάπτυξης της Χιλιετίας και να μειώσουμε στο μισό την παγκόσμια αναλογία των ανθρώπων χωρίς πρόσβαση σε γλυκό νερό θα χρειαστούν τα εξής:
1,6 δις άνθρωποι επιπλέον θα χρειαστούν πρόσβαση σε επαρκείς υποδομές και υπηρεσίες πόσιμου νερού.
2,2 δις άνθρωποι θα χρειαστούν βελτιωμένα συστήματα υγιεινής και ενημέρωση.
Χρειάζεται μία παγκόσμια επένδυση, μέχρι 180 δις δολάρια, σε όλες τις μορφές υποδομής παροχής νερού. Ωστόσο, για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των ανθρώπων για πόσιμο νερό και υγειονομική περίθαλψη, οι απαιτούμενες επενδύσεις πλησιάζουν τα 23 δις δολ. το χρόνο, επίπεδο σημαντικά υψηλότερο των σημερινών 16 δις ετησίως.
Υπάρχουν προτάσεις για να βρεθούν τρόποι να κινητοποιηθούν διεθνείς και εγχώριες οικονομικές πηγές σε όλα τα επίπεδα για υποδομές και υπηρεσίες νερού και υγιεινής, μεταφορά τεχνολογίας και γνώσης και δημιουργία δυνατοτήτων, εξασφαλίζοντας ότι αυτές οι υποδομές και υπηρεσίες θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες των φτωχών και θα λάβουν υπ΄ όψιν τους το ζήτημα του φύλου. Άλλες προτάσεις είναι η βελτίωση της αποτελεσματικής χρήσης των υδάτινων πόρων και η υιοθέτηση μηχανισμών καταμερισμού που θα εξισορροπήσουν την ανάγκη διατήρησης και αποκατάστασης της οικολογικής ακεραιότητας με τις οικιακές, βιομηχανικές και γεωργικές ανάγκες του ανθρώπου.
Μπορεί όλα αυτά τα στοιχεία να είναι λίγο κουραστικά, δείχνουν όμως με τον καλύτερο τρόπο το μεγάλο πρόβλημα που θα έχουν να αντιμετωπίσουν τα παιδιά μας τα χρόνια που έρχονται. Ίσως για τους Ευρυτάνες που το έχουν σε αφθονία, όλα αυτά να ακούγονται κάπως υπερβολικά. Αλλά και πάλι αυτό δεν είναι σίγουρο. Μήπως το καλοκαίρι, κάποιες περιοχές του Καρπενησίου δεν δυσκολεύονται;
Μάλλον πρέπει να ξανασκεφτούμε σοβαρά το γνωστό εκείνο παλιό σύνθημα που έσωσε την Αθήνα το καλοκαίρι του ’94, όταν αντιμετώπιζε σοβαρό πρόβλημα λειψυδρίας: “Προσέχουμε για να έχουμε”.