Η μυθική «Σκάλα των Ψιανών», το παλιό μονοπάτι που ένωνε τα Ψιανά με τη Στουρνάρα, έγινε στόχος αναζήτησης για μια μικρή ομάδα πεζοπόρων από την Ευρυτανία.
Η αφορμή ήταν δύο παλιές φωτογραφίες του Γιώργου Τάσιου από το 1994, όπου διακρίνονταν δύο εντυπωσιακές «φουρκέτες» – πέτρινες στροφές, ξεχασμένες απ’ τον χρόνο. Η συνέχεια δόθηκε μέσα από μελέτη χαρτών, τοπικές μαρτυρίες και, τελικά, επιτόπιες διαδρομές σε μια περιοχή άγρια, δυσπρόσιτη και εν πολλοίς αχαρτογράφητη.
Τον Αύγουστο του 2023, όπως διαβάζουμε στη σελίδα Δομνίστα Ευρυτανίας – by Fans, η πρώτη απόπειρα αποκάλυψε λίγα αλλά σημαντικά: ίχνη ανθρώπινης παρέμβασης, ξερολιθιές στήριξης, μικρές ενδείξεις μιας διαδρομής που κάποτε χρησιμοποιούνταν για να ενώνει κοινότητες. Έναν χρόνο αργότερα, πιο έμπειροι και εξοπλισμένοι, οι ίδιοι άνθρωποι επέστρεψαν…

«Οι εικόνες που είδαν τα μάτια μας, συνδυαζόμενες με το προϋπάρχον πολυδιάστατο συναισθηματικό υπόβαθρο, θα μείνουν για πάντα στην καρδιά και στο μυαλό μας. Ένα μέρος πραγματικό ΜΝΗΜΕΙΟ της θέλησης των προγόνων μας να δαμάσουν τη δύναμη και την αγριάδα της φύσης προκειμένου να επιβιώσουν σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον», αναφέρουν οι φυσιοδίφες, συνοδεύοντας την ανάρτηση με δεκάδες επεξηγηματικές φωτογραφίες από την εξόρμησή τους στις εσχατιές της Ευρυτανίας. «Είναι εντελώς ασύλληπτο», καταλήγουν, «πού σκέφτηκαν οι άνθρωποι της εποχής να χαράξουν το μονοπάτι και να κατασκευάσουν τη μυθική ‘Σκάλα’ και την ‘Πόρτα» των Ψιανών…».
Διαβάζουμε στη σελίδα Δομνίστα Ευρυτανίας – by Fans:
“ Η ΜΥΘΙΚΗ «Σκάλα» των Ψιανών!
Πριν μερικά χρόνια αλιεύσαμε στην πρωτοπόρα και μοναδική στο είδος της ιστοσελίδα του Ευρυτάνα φωτογράφου και ερευνητή Γιώργου Τάσιου (λεπτομέρειες στο 1ο σχόλιο) δύο φωτογραφίες του 1994 που μας άφησαν με ανοιχτό το στόμα…
Απεικόνιζαν μια ξερολιθική κατασκευή μονοπατιού στην οποία διακρίνονταν εμφανώς δύο ανοδικές στροφές 180 μοιρών, «φουρκέτες» κατά το κοινώς λεγόμενο, που όμοιες τους δεν έχουν διασωθεί σε καμία τοποθεσία της περιοχής μας, ούτε καν στο περίφημο «Κωλοβλέπει» της Ροσκάς!
Ο Γιώργος ονόμαζε το συγκεκριμένο σημείο της φωτογραφίας «Σκάλα των Ψιανών» και εξηγούσε ότι επρόκειτο για το τέλος της εξαιρετικά ανηφορικής διαδρομής που ξεκινούσε από το ομώνυμο χωριό για να καταλήξει στη γειτονική Στουρνάρα (Δολιανά).
Συμπλήρωνε ότι η ανηφόρα κατέληγε σε μία σχισμή των βράχων («πόρτα»), η οποία αποτελούσε το σύνορο των δύο χωριών και ακολούθως κατέβαινε, επισημαίνοντας όμως ότι από εκεί και πέρα το μονοπάτι «είχε κοπεί»…
Τι ήταν να τα διαβάσουμε όλα αυτά…
Η σκέψη μας (και κυρίως η φαντασία μας) άρχιζε να οραματίζεται φιδίσιες, κρεμασμένες στο χάος πορείες, σμιλευμένους στην πέτρα ντορούς και να κάνει τρελούς παραλληλισμούς με την περίφημη «Σκάλα του Βραδέτου»…
Η δε προσέγγιση στην τοποθεσία τριβέλιζε το μυαλό μας για πάρα πολύ καιρό.
Όπως καταλαβαίνετε, δεν αντέξαμε πολύ. Δεν γινόταν αλλιώς. Αποφασίσαμε να το ψάξουμε.
Οι πληροφορίες ελάχιστες, αλλά από κάπου έπρεπε να ξεκινήσουμε.
Αρχικά, απευθυνθήκαμε στον αείμνηστο πλέον συγχωριανό μας Γιάννη Ν. Παπαδημητρίου, ο οποίος ως ταχυδρόμος στα μέσα του 20ου αιώνα περιδιάβαινε τα χωριά της περιοχής μας πολύ πριν τη διάνοιξη των αμαξιτών δρόμων.
Ο κυρ Γιάννης μάς επιβεβαίωσε την ύπαρξη της Σκάλας, αλλά δεν μπορούσε να θυμηθεί και προσδιορίσει ακριβώς την αφετηρία του μονοπατιού.
Δεν πτοηθήκαμε. Χρόνο με το χρόνο κάναμε μικρά βήματα.
Ανατρέξαμε σε χάρτες, παλιούς (του Βρετανικού στρατού, 1944) και σύγχρονους (Google κτλ.).
Συγκρίναμε, μετρήσαμε, υπολογίσαμε.
Στη συνέχεια μεταβήκαμε επί του πεδίου, απέναντι από την θεωρητική πορεία της διαδρομής.
Αγ. Χαράλαμπος, Καστανούλα, Ροσκά. Νέες κατοπτεύσεις, νέες παρατηρήσεις.
Εν τέλει, κάποια στιγμή θεωρήσαμε ότι είχαμε περίπου καταλήξει σε μία εκτίμησή της.
Τον Αύγουστο του 2023, λοιπόν, δύο μέλη της ομάδας μας αποφασίσαμε να μεταβούμε στα Ψιανά, ώστε να διερευνήσουμε ιδίοις όμμασι αν όλα αυτά που είχαμε στο νου μας μπορούσαν να εφαρμοστούν στην πράξη. Ο σκοπός μας ήταν να δούμε απλώς τη χλωρίδα της περιοχής, βασικά για να ξέρουμε με τι έχουμε να κάνουμε.
Εντελώς απρόσμενα όμως την ημέρα της επίσκεψης, λίγο πριν φτάσουμε στο χωριό, εμφανίστηκε ο παράγοντας X που άλλαξε ριζικά την εξέλιξη και το χαρακτήρα της επιχείρησης.
Διασταυρωθήκαμε τυχαία στο δρόμο με δύο ντόπιους χωρικούς, οι οποίοι όταν άκουσαν το σκοπό μας προθυμοποιήθηκαν να μας υποδείξουν πού σύμφωνα με την τοπική τους παράδοση περνούσε περίπου το μονοπάτι για τη Στουρνάρα!
Μας προειδοποίησαν, όμως, ότι δεν υπήρχε κανένα ίχνος χάραξης κι ότι ουσιαστικά θα έπρεπε να το ψάξουμε μόνοι μας, μπαίνοντας μέσα σε μία ζούγκλα.
Δεν πτοηθήκαμε. Άλλωστε, μια διερευνητική (sic!) βόλτα θα κάναμε.
Ευχαριστήσαμε, λοιπόν, τα παιδιά απ’ τα Ψιανά και αρχίσαμε να περπατάμε…
Κάναμε τα πρώτα 100 μέτρα. Ίχνος πουθενά.
Κάναμε τα πρώτα 500 μέτρα. Η βλάστηση οργιώδης. Μας είχε ήδη «περικυκλώσει».
Φτάσαμε το χιλιόμετρο. Η κατάσταση ακόμα χειρότερη…
Κι εκεί, πάνω που λέγαμε ότι είναι μάταιος κόπος και ότι δεν είχαμε κάτι άλλο να δούμε, σε μια στροφή, σε μια πλαγιά εμφανίζεται μπροστά μας ένα εμφανώς ανθρώπινο κατασκεύασμα υποστήριξης μονοπατιού, σαν κι αυτά που διασώζονται σε διάφορα σημεία της περιοχής μας!
Ε, από ‘κει και πέρα, δεν υπήρχε πλέον επιστροφή.
Θα πηγαίναμε κι όπου βγει!
Έχοντας στα μάτια μας ως σημείο αναφοράς τον τεράστιο βραχώδη ορεινό όγκο που δέσποζε στα 3 χλμ. του ορίζοντα μπροστά μας και μέσα από ένα αδιανόητο λαβύρινθο από έλατα, κέδρους, πουρνάρια, τσαπουρνιές και άλλα… οχυρωματικά έργα, με βήμα σημειωτόν διασχίσαμε όλη την κλίσης 60° (!) εκτεθειμένη σάρα της «Κιρλάμπας» (τι όνομα κι αυτό!) και ανεβήκαμε στο πρώτο από τα τρία λούκια που κατέληγαν στην κορυφή.
Η «Σκάλα», όμως πουθενά.
Καμία κατασκευή. Καμία ένδειξη.
Η απογοήτευση τεράστια…
Στο μεταξύ, το μεσημέρι είχε περάσει προ πολλού.
Από τροφές, νερό, και λοιπά αποθέματα είχαν απομείνει ελάχιστα.
Άλλωστε δεν είχαμε πάρει και πολλά μαζί μας.
Ως γνωστόν, «μια διερευνητική βόλτα θα κάναμε».
ΕΥΤΥΧΩΣ εκείνη την ώρα πρυτάνευσε η λογική και δεν δοκιμάσαμε το επόμενο λούκι…
Κι αυτό, επειδή η επιστροφή στη συνέχεια αποδείχτηκε πολύ πιο επίπονη από την ανάβαση.
Η κόπωση και η αφυδάτωση δεν βοήθησαν ποτέ κανέναν σ’ αυτές τις καταστάσεις.
Μην παίρνοντας τις σωστές αποφάσεις, κινδυνέψαμε να αποπροσανατολιστούμε, να χαθούμε, να εγκλωβιστούμε και άλλα τέτοια ωραία ρήματα…
Εν τέλει, σχεδόν στο σούρουπο, επιστρέψαμε στην αφετηρία μας.
Από το πρωί εκείνης της μέρας, για 7 χιλιόμετρα χρειαστήκαμε 9 ώρες (!) με αίμα, δάκρυα και ιδρώτα. Κυριολεκτικά.
Παρόλα αυτά, το πρώτο πράγμα που είπαμε, αφού ήπιαμε νερό και πήραμε μιαν ανάσα, ήταν: «Ωραία… πότε ξαναρχόμαστε;»
ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2024.
Φέτος το καλοκαίρι, αξιοποιώντας την περσινή εμπειρία, πλαισιωμένοι από τρεις ακόμη φίλους και φυσικά περισσότερο εξοπλισμένοι και προετοιμασμένοι, είχαμε την τύχη να ζήσουμε -πολύ λιτά και χωρίς περιστροφές- τη ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ της ορειβατικής μας δραστηριότητας μέχρι τώρα, φτάνοντας σε ένα σημείο που είχε να πατήσει άνθρωπος 30 χρόνια…
Οι εικόνες που είδαν τα μάτια μας, συνδυαζόμενες με το προϋπάρχον πολυδιάστατο συναισθηματικό υπόβαθρο, θα μείνουν για πάντα στην καρδιά και στο μυαλό μας.
Ένα μέρος πραγματικό ΜΝΗΜΕΙΟ της θέλησης των προγόνων μας να δαμάσουν τη δύναμη και την αγριάδα της φύσης προκειμένου να επιβιώσουν σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον.
Είναι εντελώς ασύλληπτο, πού σκέφτηκαν οι άνθρωποι της εποχής να χαράξουν το μονοπάτι και να κατασκευάσουν τη μυθική «Σκάλα» και την «Πόρτα» των Ψιανών…
Δείτε τις φωτογραφίες.
Απεικονίζουν τόσο την περσινή αποτυχημένη, όσο και τη φετινή επιτυχημένη προσπάθεια.
Σε όλες υπάρχουν επεξηγηματικές λεπτομέρειες για να κατανοήσετε για τι πράγμα μιλάμε…
Καλή βόλτα!”.
Δείτε αναλυτικά την ανάρτηση και τις φωτογραφίες: