“Γοργοπόταμος”: Ο Δ. Παρούτσας γράφει με αφορμή την επέτειο ανατίναξης της Γέφυρας Γοργοποτάμου – Τελικά, διδασκόμαστε απ’ την Ιστορία;

“Γοργοπόταμος”: Ο Δ. Παρούτσας γράφει με αφορμή την επέτειο ανατίναξης της Γέφυρας Γοργοποτάμου – Τελικά, διδασκόμαστε απ’ την Ιστορία;

Πριν λίγες ημέρες, σ’ όλη την Ελλάδα γιορτάστηκε η μέρα της Εθνικής Αντίστασης. Η λέξη «γιορτάστηκε» βέβαια, είναι ένας ευφημισμός. Ο κορονοϊός δεν αφήνει περιθώρια για τελετές και εορτασμούς. Εντούτοις η μέρα τιμήθηκε, η αξία της είναι δεδομένη. Τι σημαίνει άραγε αυτός ο εορτασμός; Πριν από 79 χρόνια από την 25η Νοεμβρίου 1942, όταν οι αντάρτικες δυνάμεις του Έθνους, οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ και του ΕΔΕΣ, σε συνεργασία με τις συμμαχικές δυνάμεις του Στρατηγείου Μέσης Ανατολής, ανατίναζαν τη Γέφυρα του Γοργοπόταμου και απέκοπταν τη γραμμή ανεφοδιασμού της στρατιάς του Ρόμελ στην Αφρική.

Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Μεσολάβησε ένας τραγικός εμφύλιος πόλεμος που τον πλήρωσε σκληρότερα απ’ όλους ο δικός μας τόπος, η Ευρυτανία. Όποια πέτρα της και να σηκώσεις έχει να σου διηγηθεί και μια αιματοβαμμένη ιστορία πόνου και θλίψης για κάποιον που σκοτώθηκε, για το παλικάρι που δε “ματαγύρισε”, για κάποιον που έφαγε τα νιάτα του στη φυλακή, για τον άλλο που πέρασε ζωή βασανισμένη, καθώς το ταλαιπωρημένο του σαρκίο δεν άντεξε τις κακουχίες και τους ξυλοδαρμούς.

Ο καιρός όμως, αυτός ο καταλύτης χρόνος που όλα τα σβήνει και τα απαλύνει έκανε κι εδώ το θαύμα του. Όλες αυτές οι τραγικές στιγμές, ξεχάστηκαν, παραδόθηκαν στη δίνη του κινητού τηλεφώνου, του ίντερνετ, της καλοπέρασης.

Σήμερα στο μυαλό των περισσότερων, είναι συγκεχυμένα κάποια πράγματα. Οι λέξεις “εθνική αντίσταση” και “εμφύλιος” είναι κάτι μπερδεμένο, κάτι που ίσως δεν πρέπει να το αγγίζουμε αλλά δεν μας ενδιαφέρει κιόλας. Όμως για τους πατεράδες και τους παππούδες μας δεν ήταν έτσι. Αυτοί βίωσαν την ίδια την Ιστορία στη γέννησή της. Κι όταν εμάς δεν μας ενδιαφέρει, είναι σαν να πριονίζουμε το κλαδί πάνω στο οποίο στεκόμαστε.

Γιατί όταν κάποιος δεν διδάσκεται από τα λάθη του παρελθόντος, -είναι πασίγνωστο αυτό- διακυβεύει το μέλλον. Κι ο Γοργοπόταμος είναι μια επέτειος που αυτό το αποδεικνύει περίτρανα όχι τόσο με αυτά που συνέβησαν το 1942 αλλά με αυτά που διαδραματίστηκαν στον ίδιο χώρο το 1964. Μια μικρή αναδρομή λοιπόν είναι απαραίτητη:

Το 1942 μια ομάδα Άγγλων σαμποτέρ έπεσε με αλεξίπτωτα στην κατεχόμενη Ελλάδα. Αρχηγός της “επιχείρησης Χάρλιγκ” ορίστηκε ο συνταγματάρχης Έντυ Μάγιερ και υπαρχηγός ο ταγματάρχης Κρις Γουντχάουζ. Ανάμεσά τους και ένας Έλληνας, ο Θέμης Μαρίνος. Αντικειμενικός σκοπός της επιχείρησης, η συνεργασία με Έλληνες αντάρτες για την ανατίναξη μιας εκ των σιδηροδρομικών γεφυρών Γοργοποτάμου, Ασωπού, Παπαδιάς, που βρίσκονται στην ορεινή περιοχή της Λαμίας.

Οι σαμποτέρ μετά από περιπλανήσεις ήρθαν σε επαφή με τους αντάρτες των δύο κυριοτέρων αντιστασιακών οργανώσεων: του ΕΛΑΣ υπό τον Άρη Βελουχιώτη και του ΕΔΕΣ υπό τον Ναπολέοντα Ζέρβα. Κατέστρωσαν το σχέδιο ανατίναξης της γέφυρας στον Γοργοπόταμο και το βράδυ της 25ης προς 26η Νοέμβριου 1942 ξεκίνησε η επιχείρηση. Τη φρουρά της γέφυρας αποτελούσαν 100 περίπου Ιταλοί και 3-4 Γερμανοί με βαριά πολυβόλα και οπλοπολυβόλα. Οι αντάρτες ήταν περίπου 150 με αριθμητική υπεροχή των Eλασιτών. Η επιχείρηση ήταν επιτυχημένη.

Οι απώλειες των Ιταλών ήταν 7 νεκροί, 5 τραυματίες και 2 αιχμάλωτοι. Μετά από λίγες ημέρες ,σε αντίποινα οι Γερμανοί εκτέλεσαν 26 Έλληνες από τα γύρω χωριά .Η σημασία της ανατίναξης της γέφυρας ήταν τεράστια. Κατ’ αρχήν απέκοψε μια απ’ τις αρτηρίες ανεφοδιασμού του Ρόμελ και διευκόλυνε τις επιχειρήσεις των συμμάχων στο μέτωπο της Αφρικής. Έπειτα έδωσε στους Γερμανούς να καταλάβουν ότι το αντάρτικο που είχαν υποτιμήσει, φούντωνε και για τον λόγο αυτό καθήλωσαν στην Ελλάδα μεραρχίες οι οποίες θα τους χρησίμευαν σε αλλά κρίσιμα μέτωπα (π.χ. Αφρική, Ρωσία). Η σημαντικότερη όμως συνέπεια έχει να κάνει με τον κλιμακούμενο αγώνα του ελληνικού λαού. Η ανατίναξη ενίσχυσε το ηθικό των Ελλήνων και τους δημιούργησε την αισιόδοξη βεβαιότητα ότι ενωμένοι θα μπορούσαν να πετύχουν πολλά στον αγώνα εναντίον των κατακτητών.

Όμως ο Γοργοπόταμος δεν τελείωσε εκεί. Είκοσι περίπου χρόνια μετά, το 1964, τα πάθη του εμφυλίου πολέμου ήταν ακόμα έντονα. Ζούσαν οι άνθρωποι που τον είχαν διεξάγει. Στην κυβέρνηση βρισκόταν για πρώτη φορά η Ένωση Κέντρου, υπό τον Γεώργιο Παπανδρέου, η οποία έκανε δειλά βήματα για την άρση κάποιων δυσβάστακτων όρων που οι νικητές του εμφυλίου είχαν επιβάλει στους ηττημένους. Επειδή όμως, και τότε, αριστεροί και δεξιοί, δεν είχαν διδαχτεί τίποτα από την Ιστορία, επανέλαβαν κάποια τραγικά λάθη. Και να πώς εξελίχθηκε η κατάσταση κατά τον εορτασμό της επετείου της ανατίναξης:

Συνεπαρμένη η Αριστερά από την επιτυχία του εορτασμού του 1963, και προπαντός υποτιμώντας τους κινδύνους ανωμάλων εξελίξεων και ακόμα πιο πολύ, υπερεκτιμώντας το πολιτικό και ηθικό πλεονέκτημα που της εξασφάλιζαν οι εκδηλώσεις των αντιστασιακών επετείων, άρχισε το φθινόπωρο του 1964 να ετοιμάζεται για τον εορτασμό της εικοστής δεύτερης επετείου του Γοργοποτάμου, με πιο φιλόδοξα από κάθε άλλη φορά σχέδια, από άποψη κινητοποιήσεως μαζών.

Μέσα, λοιπόν, στην οξυνόμενη αντιδικία και παράλληλα προς τις φιλόδοξες αυτές προετοιμασίες της Αριστεράς και των εαμικών αντιστασιακών οργανώσεων, άρχισε, με την προσέγγιση του Νοεμβρίου του 1964, μια αντικινητοποίηση από τις αντίπαλες προς την Αριστερά δυνάμεις, με σκοπό να τεθεί τέρμα στην ευρυνόμενη εξόρμηση της Αριστεράς να χρησιμοποιεί τους αντιστασιακούς εορτασμούς προς όφελός της. Την ημέρα του εορτασμού οι δρόμοι, πράγματι, γέμισαν ασφυκτικά και ο κόσμος παρατούσε τα αυτοκίνητα, δυο και τρία και τέσσερα χιλιόμετρα μακριά από το γεφύρι, και ξεχυνόταν ασυγκράτητος να φτάσει στο χώρο του εορτασμού, μέσα από τα χωράφια και τις πλαγιές και μέσα σε μιαν ασύλληπτα συναρπαστική ατμόσφαιρα λαϊκού πανηγυριού. Η έντονη αστυνομική παρουσία όμως δημιουργούσε εκρηκτική ατμόσφαιρα, και ας μην ξεχνάμε πως το 1964, υπέβοσκε ακόμα έντονο το πάθος του εμφυλίου.

Και η πρώτη αναπόφευκτη προστριβή σημειώθηκε σε ελάχιστα μόλις λεπτά: Μόλις τα διοικητικά συμβούλια των αντιστασιακών και η ομάδα των επιζώντων αγωνιστών του Γοργοποτάμου, με τις σημαίες τους ανοιχτές, βρέθηκαν στην είσοδο του χώρου, που πλαισίωναν οι στρατιωτικές δυνάμεις σε παράταξη, έσπευσε προς το μέρος τους, τρέχοντας και ανήσυχος, ο τελετάρχης με τους συνοδούς του, μη επιτρέποντάς τους την είσοδο διότι δεν περιλαμβανόταν στην κατάσταση των προσκεκλημένων.

Με την ένταση να βρίσκεται στο κατακόρυφο τελέστηκε όπως – όπως η προγραμματισμένη τελετή. Μόλις οι επίσημοι απομακρύνθηκαν, με τρόπο κάπως σπασμωδικό, ο χώρος του εορτασμού κατακλύσθηκε από τα πλήθη των εορταστών. Τότε συνέβη το τραγικό απροσδόκητο, πού θα καθιέρωνε πια το Γοργοπόταμο σαν τόπο όχι μόνον ιστορικής δόξας αλλά και ομαδικού πένθους και εθνικής τραγωδίας.

Σε απόσταση 20-30 μέτρα από το κενοτάφιο, αντήχησε έκρηξη. Επρόκειτο για νάρκη κατά προσωπικού, όπως ονομάζεται επίσημα. Ή νάρκη έχει ένα εκρηκτικό σώμα μέσα στο συνολικό μηχανισμό της, που μοιάζει με χειροβομβίδα. Όταν κάποιος πατήσει την ατσάλινη τρίδυμη κεραία της, που προεξέχει ύπουλα από το έδαφος μέσα στα χορτάρια, προκαλείται μια πρώτη έκρηξη, το φονικό σώμα αναπηδάει έξω, και σε ύψος ενός μέτρου περίπου από το έδαφος σκάει και σκορπάει θεριστικά γύρω το θάνατο.

Σε λίγο, δεκάδες καταματωμένοι προσκυνητές κουβαλούσαν τους τραυματίες και τα αυτοκίνητα, στάζοντας αίμα, τους μεταφέρανε στη Λαμία με ιλιγγιώδη ταχύτητα.

Μερικές γυναίκες του χωριού φορούσαν στο κεφάλι μαύρα μαντίλια. Κάποιος προσκυνητής ζήτησε από μια γυναίκα να του πουλήσει το μαντίλι της. Κι άλλες χωρικές έδωσαν τα μαύρα κεφαλομάντηλά τους για να γίνουν τα κρέπια του πένθους που είχε πλήξει τη χώρα. Και ατέλειωτες οι σειρές των αυτοκινήτων, μικρών και μεγάλων, άρχισαν να προχωρούν στους στενούς δρόμους, έως τη Λαμία, και κατόπιν ολοταχώς έπαιρναν τους ανοιχτούς δρόμους προς κάθε σημείο της χώρας.

Η νύχτα έπεσε για καλά και το ραδιόφωνο της Αθήνας άρχισε να μεταδίδει στους αιθέρες το φοβερό νέο από τον Γοργοπόταμο. Μετά από 22 ολόκληρα χρόνια, το δοξασμένο γεφύρι μετατρεπόταν, από χώρος αναίμακτου σχεδόν πολεμικού θριάμβου, σε τόπο μιας πολυαίμακτης εορταστικής εκδηλώσεως. Δεκατρείς νεκρούς και πενήντα έναν τραυματίες ανέγραφαν την άλλη μέρα οι εφημερίδες. Τόσους είχε στοιχίσει ο εορτασμός.

Φέτος, το 2021, σχεδόν ογδόντα χρόνια μετά από τότε ο εορτασμός δεν θα γίνει και πάλι όπως πρέπει, όπως δεν έγινε και πέρυσι. Δεν θα γίνει διότι υπάρχει η πανδημία. Οι εντάσεις όμως μεταξύ Αριστεράς και Δεξιάς καλά κρατούν. Η ιδεολογική διαμάχη διατρέχει όλα τα φόρα και με την ευκολία του διαδικτύου πλέον οι έριδες και οι λεκτικοί διαξιφισμοί πάνε κι έρχονται. Δεν είναι ολοφάνερο ότι κανείς δεν διδάσκεται από την Ιστορία;

Διαβάστε ακόμα

Επικαιρότητα