Ποια απάντηση θα μπορούσε να δώσει κάποιος σώφρων άνθρωπος στο ερώτημα “σε τι μας χρειάζεται το κράτος, σε τι χρησιμεύουν όλοι εκείνοι οι πολυάνθρωποι και πολυδάπανοι θεσμοί του σε εθνικό και τοπικό επίπεδο”;
Μια λογική εξήγηση θα ήταν ότι χρειαζόμαστε το κράτος και τις τοπικές ηγεσίες (Περιφέρειες, Δήμους), γιατί διασφαλίζουν την οργάνωση και εύρυθμη λειτουργία της κοινωνίας, φροντίζουν για την ασφάλεια των πολιτών από εξωτερικές και εσωτερικές, ορατές και πιθανές απειλές, στοχεύουν στην ευημερία των κατοίκων της επικράτειας ή της τοπικής κοινότητας, επιβλέπουν την ομαλή λειτουργία της αγοράς, της εκπαίδευσης και της υγείας, λύνουν ή – ακόμη καλύτερα- προλαμβάνουν προβλήματα, σχεδιάζουν τις μελλοντικές υποδομές, διαφυλάσσουν την κοινωνική συνοχή και γαλήνη, προετοιμάζοντας το έδαφος για ένα πιο ανθρώπινο μέλλον. Χρειαζόμαστε πολιτικές δομές, επειδή βρισκόμαστε πολύ μακριά από το επίπεδο ωριμότητας του συνόλου, την οποία προϋποθέτει η δημιουργία και ομαλή λειτουργία αναρχικών κοινωνιών.
Με απλά λόγια, χρειαζόμαστε μια μορφή πολιτικής οργάνωσης, ώστε να βαδίζουμε προς ένα πιο ηθικό μέλλον με βάση κοινά αποδεκτούς κανόνες, περιορίζοντας φαινόμενα αυθαιρεσίας, διαφθοράς, αγριότητας, συμπεριφορές που απειλούν τη ζωή, την περιουσία, την ασφάλεια…
Πόσοι Έλληνες, όμως, έχουν τη συγκεκριμένη αίσθηση για τις κυβερνήσεις αλλά και για τις τοπικές ηγεσίες τους των -πολλών- τελευταίων ετών; Ποια εικόνα έχουν εκείνοι που έχασαν τους δικούς τους ανθρώπους από τις πυρκαγιές ή από τις πλημμύρες που βρίσκονται σε εξέλιξη; Ποια ασφάλεια νιώθουν αυτοί που είδαν και βλέπουν τις περιουσίες τους να καταστρέφονται; Από πού να κρατηθούν όσοι αντίκρισαν τον αφανισμό των σπιτιών ή ολόκληρων των χωριών τους;
“Να φανούμε τυχεροί”, “Να βάλει το χέρι του ο Θεός”, “Ας ελπίσουμε να πάνε όλα καλά”. Όταν όλο και περισσότεροι νιώθουν αβοήθητοι, ανήμποροι να διαφυλάξουν τα πιο απλά πράγματα, να διασφαλίσουν μια αξιοπρεπή, ανθρώπινη καθημερινότητα και να πιστεύουν ότι η πορεία τους εξαρτάται αποκλειστικά από τη διάθεση μεταφυσικών παραγόντων ανεξέλεγκτων από τον άνθρωπο, τότε κάτι δεν πάει καλά. Καθόλου καλά.
Όταν οι πολιτικοί παράγοντες δείχνουν ανίκανοι να μας προστατεύσουν, φαντάζουν τελείως ακατάλληλοι και ανίδεοι απέναντι σε ό,τι ξεφεύγει από την “κανονικότητα”, αδύναμοι να αναλάβουν τις ευθύνες που απορρέουν από τον ρόλο τους, ανήμποροι να εμπνεύσουν και την παραμικρή εμπιστοσύνη, δηλώνουν ξεκάθαρα ότι αυτό που λέγεται κράτος, οργανωμένη κοινωνία, απλώς, δεν μας χρειάζονται και καλά θα κάνουν να ξυπνήσουν από τον βαθύ ύπνο στον οποίο βρίσκονται.
Βαρεθήκαμε να ακούμε δικαιολογίες. Κουραστήκαμε από ανόητα συνθήματα, απραγματοποίητες υποσχέσεις, ανέξοδους λαϊκισμούς, βλακώδεις μεγαλοστομίες, δημοσιοσχετίστικες εμφανίσεις σε πανηγύρια… Ούτε ένας υπουργός, περιφερειάρχης, δήμαρχος δεν βρέθηκε να αναλάβει τις ευθύνες του. Γινόμαστε μάρτυρες ενός διαγωνισμού αποποίησης ευθυνών. Κι όλα αυτά με τον φόβο ότι κινδυνεύει η καλοπληρωμένη θεσούλα τους. Ούτε ένας δεν είχε το σθένος να αποδεχτεί ότι δεν τα κατάφερε, ότι φάνηκε μικρότερος των περιστάσεων, απροετοίμαστος και ανίκανος να αντεπεξέλθει σε μια πραγματικότητα που δείχνει ότι πρόκειται να εδραιωθεί ως νέα κανονικότητα.
Η κατάσταση, ίσως, αποδειχτεί ικανή να κρατήσει εμάς τους πολίτες σε επαγρύπνηση και να μας φέρει αντιμέτωπους με τις δικές μας ευθύνες και τις μελλοντικές επιλογές μας, ατομικές και κοινωνικές.
Μπορεί να δείχνει μακάβριο και ζοφερό αλλά ελπίζω αυτή τη φορά να αργήσει να σβήσει ο ήχος που ακούγεται. Γιατί αυτός δεν είναι ο ήχος των ορμητικών χειμάρρων αλλά ο απόκοσμος θρήνος απλών ανθρώπων που είδαν δικούς τους να χάνονται. Θέλω να πιστεύω ότι θα περάσει καιρός για να ξεχάσουμε τις εικόνες των σκεπασμένων από τη λάσπη χωριών. Γιατί αυτό που έχει καλύψει τα χωράφια, τα βοσκοτόπια, τα σπίτια, τα ζωντανά, δεν είναι η λάσπη που έφερε στο διάβα της η καταιγίδα αλλά η αγωνία, ο πόνος εκείνων που στερήθηκαν τα πάντα από τη μια στιγμή στην άλλη. Εύχομαι να νιώθουμε για πολύ ακόμη τη δυσοσμία που αναδύεται από παντού. Γιατί αυτή δεν είναι από τα αποκαΐδια των πυρκαγιών και τα νεκρά ζώα των πλημμυρών αλλά από τη βρόμα και τη σαπίλα άθλιων πολιτικών επιλογών. Μακάρι να μη σταματήσουμε να ακούμε την εκκωφαντική σιωπή που έχει απλωθεί στον κατεστραμμένο κάμπο. Γιατί αυτή δεν είναι από τον θάνατο που απλώνεται γύρω μας αλλά από την έλλειψη ελπίδας απεγνωσμένων ανθρώπων, η οποία δεν βρίσκει λόγια για να ειπωθεί.
Τελικά, δεν είναι ο Πηνειός που ξεχείλισε και απειλεί, είναι η ασυγκράτητη οργή, ο θυμός, η πικρία, προδομένων ανθρώπων που υποβόσκουν και, ίσως, αποδειχτούν ικανοί να παρασύρουν και να πνίξουν στις δίνες τους τις πολιτικές που μας οδήγησαν εδώ.
Άρθρο του Σωτήρη Ζάχου