19 Μαρτίου 2024

ΜΕΝΟΥ

“Ζητούσαμε 5 ευρώ για να φάμε σουβλάκι”. H ζωή σαν παραμύθι του Γιάννη Αντετοκούνμπο, από τα Σεπόλια στην κορυφή του κόσμου

Παρά το… βάρβαρο της ώρας (4:00 ξημερώματα Τετάρτης), χιλιάδες Έλληνες ξενύχτησαν μπροστά στις οθόνες τους για να δουν τον 6ο τελικό του ΝΒΑ ανάμεσα στους Μιλγουόκι  Μπακς και τους Φοίνιξ Σανς. Και δικαιώθηκαν, παρακολουθώντας μια ανεπανάληπτη ραψωδία από τον Γιάννη Αντετοκούνμπο, που σημείωσε 50 πόντους (!) και οδήγησε τους Μπακς στο πρώτο τους πρωτάθλημα έπειτα από μισό αιώνα.

Ο Greek Freak ήταν πραγματικά ασταμάτητος (50 πόντοι με 16/25 σουτ, 17/19 βολές και 14 ριμπάουντ) και έβαλε την υπογραφή του στην πιο όμορφη, ίσως, μπασκετική ιστορία που έχουμε γνωρίσει. Το φτωχόπαιδο από τα Σεπόλια, που αναγκαζόταν να εργάζεται ως πλανόδιος πωλητής για να βοηθά την οικογένειά του, έμαθε μπάσκετ στον Φιλαθλητικό και το 2013 μεταπήδησε στον κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου· μέσα σε μια επταετία, το αδύνατο παιδάκι μετατράπηκε σε έναν θηριώδη και απόλυτα κυριαρχικό παίκτη· και είναι, ακόμα, μόλις 26.

Στη συνέντευξη Τύπου μετά τον 6ο τελικό -και την ανάδειξή του ως Καλύτερου Παίκτη-, η πρώτη ερώτηση που του έγινε ήταν αν περίμενε ποτέ, όταν ξεκίνησε να παίζει μπάσκετ, ότι θα έφτανε να γίνει πρωταθλητής στο NBA. «Όχι, όχι. Ξεκίνησα να παίζω μπάσκετ για να βοηθήσω την οικογένειά μου να βγει από την οικονομική δυσκολία. Να ανταπεξέλθουμε σε όλες τις προκλήσεις που είχαμε, όταν ήμασταν παιδιά. Αλλά, όχι δεν το φανταζόμουν να είμαι 26 ετών και να παίζω στα NBA Finals. Απλά να παίξω εδώ, όχι να κερδίσω, να είμαι μέρος της διαδικασίας. Όχι, δεν το φανταζόμουν».

Τα δύσκολα παιδικά χρόνια

Και πράγματι, η ζωή για τον Γιάννη δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα. «Οι γονείς μου ήταν παράνομοι, δεν μπορούσαμε να βγάλουμε ένα διαβατήριο ή μια ελληνική ταυτότητα. Όταν είσαι παράνομος στην Ελλάδα, ξέρεις ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να απελαθείς. Ό,τι κι αν έκαναν οι γονείς μου, το έκαναν πολύ προσεκτικά (…)», είχε πει σε παλαιότερη συνέντευξή του, περιγράφοντας τη ζωή του ως παιδί, μέλος πολύτεκνης οικογένειας που ήρθε από την Νιγηρία στην Ελλάδα το 1991.

«Αν γύριζα από το σχολείο και δεν έβρισκα τη μητέρα μου, το μυαλό μου έτρεχε. Σκεφτόμουν πού βρισκόταν, αναρωτιόμουν αν ήταν καλά εκείνη και ο πατέρας μου. Πολλές φορές σκέφτηκα ότι θα απελαθούν οι γονείς μου, ευτυχώς αυτή η μέρα δεν ήρθε ποτέ. Σαν οικογένεια βάλαμε τους εαυτούς μας γύρω από ανθρώπους θετικούς, όπως ο ιδιοκτήτης ενός καφέ, ο κύριος Γιάννης. Ήταν δύσκολο και πάντα θα είναι δύσκολο να είσαι μαύρος σε μια χώρα λευκών, έρχονται στιγμές που αισθάνεσαι ότι δεν είσαι αυτός που πραγματικά είσαι. Εγώ γεννήθηκα στην Ελλάδα, δεν έχω πάει ποτέ στη Νιγηρία, πήγα σε ελληνικό σχολείο με τους φίλους μου, η Ελλάδα είναι όσα γνωρίζω. Δεν βγήκα ποτέ από εκείνη μέχρι τα 18 μου», έλεγε επίσης.

Μαζί με τα αδέρφια του έβγαινε στους δρόμους της Ομόνοιας για να πουλήσει CD, ρολόγια, γυαλιά. Στο περιοδικό People είχε δηλώσει: «Υπήρχαν μέρες που δεν πουλάγαμε τίποτε στους δρόμους, το ψυγείο μας ήταν άδειο και δεν είχαμε ούτε ένα κομμάτι ψωμί να φάμε, γουργούριζε η κοιλιά μας. Ή άλλες φορές που λέγαμε ψέματα στη μητέρα μας ότι είχαμε φάει έξω με τους φίλους μας ή ότι δεν πεινούσαμε για να περισσέψει ένα πιάτο για τα μικρότερα αδέλφια μας, τον Κώστα και τον Άλεξ. Περάσαμε πολύ δύσκολες στιγμές μέσα στη φτώχεια και στην αβεβαιότητα, αλλά είμαι πολύ υπερήφανος για τους γονείς μου και για όλη την οικογένειά μου».

«Kάναμε προπόνηση το πρωί, δεν τρώγαμε, πηγαίναμε παραλία, όλη μέρα στον ήλιο, πάλι δεν τρώγαμε και ξανά απογευματινή προπόνηση. Νηστικοί. Ζητούσαμε 5 ευρώ από τον Νίκο Γκίκα και τον Χρήστο Σαλούστρο (σ.σ. συμπαίκτες) για να φάμε σουβλάκι. Εκείνη την εποχή τρώγαμε μια φορά τη μέρα και τώρα δεν αντέχουμε αν περάσουν 3 ώρες χωρίς φαγητό», είχε πει για τη ζωή του μια δεκαετία πριν.

Από την Α2 στο ΝΒΑ

Ο Γιάννης ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του από τα Σεπόλια, στην Α2 κατηγορία του ελληνικού πρωταθλήματος καλαθοσφαίρισης ως παίκτης του Φιλαθλητικού και οι εντυπωσιακές του εμφανίσεις τράβηξαν γρήγορα τα βλέμματα. Mάλιστα, σε συνέντευξη που έδωσε ανέφερε πως στόχος του είναι: «να γίνω ένας παίκτης του ΝΒΑ», κάτι που όχι απλά κατάφερε, αλλά έγινε και ένας από τους κορυφαίους.

Όταν έκλεισε τα 18, το Δεκέμβριο του 2012, υπέγραψε τετραετές συμβόλαιο με την ισπανική Σαραγόσα, έναντι αμοιβής 250.000 ευρώ, ανά σεζόν. Το συμβόλαιο θα διαρκούσε από τη σεζόν 2013-14 έως τη σεζόν 2016-17. Το συμβόλαιο είχε επίσης, ένα προσιτό ποσό εξαγοράς από κάθε ομάδα που παίζει στο ΝΒΑ ή στην Ευρωλίγκα. Τελικά, έμεινε με τον Φιλαθλητικό για το υπόλοιπο της σεζόν 2012-13.

Το ταξίδι στις ΗΠΑ

Στις 28 Απριλίου του 2013, ανακοινώθηκε ότι ο Αντετoκούνμπο θα συμμετάσχει στο ντράφτ του ΝΒΑ και τελικά στις 27 Ιουνίου του 2013 επιλέχτηκε στο νούμερο 15 του ντραφτ από τους Μιλγουόκι Μπακς.

Κρατώντας μια ελληνική σημαία στα χέρια και με την οικογένειά του στο πλευρό του, ο Γιάννης πανηγύρισε την επιλογή του. Μάλιστα, η πρώτη του κίνηση μόλις άκουσε τον Ντέιβιντ Στερν να λέει το όνομά του ήταν να κάνει έκπληκτος το σταυρό του.

«Δε μπορώ να το πιστέψω». Με το καπέλο των Μιλγουόκι στο κεφάλι του και εμφανώς σοκαρισμένος από την επιλογή του ο Έλληνας άσος δεν έκρυψε τη χαρά του. «Δε μπορώ να περιγράψω πόσο ενθουσιασμένος είμαι. Είναι ένα όνειρο που γίνεται πραγματικότητα. Από την Α2 του ελληνικού πρωταθλήματος στο NBA».

Στην πρώτη του χρονιά ο Γιάννης Αντετοκούνμπο, δούλεψε πολύ το σώμα του και έδειξε σημάδια από το τι θα επακολουθούσε τα επόμενα χρόνια. Το παρατσούκλι δεν άργησε να βγει: «The Greek Freak».

Η αρχή έγινε στις 30 Οκτωβρίου του 2013, όταν ο Αντετοκούνμπο αγωνίστηκε για πρώτη φορά στο ΝΒΑ. Εκείνο το βράδυ, το Μιλγουόκι φιλοξενήθηκε από τους Νικς στη Νέα Υόρκη και ηττήθηκε με 90-83. Ο 19χρονος Γιάννης πάτησε παρκέ μόνο για 5 λεπτά, μετρώντας 1 πόντο (1/2 βολές) και 1 λάθος.

Η συμμετοχή του στο πρώτο All Star Game ήρθε τέσσερα χρόνια μετά το ταξίδι στις ΗΠΑ. Στην rookie εμφάνιση του στη γιορτή των κορυφαίων, ο σουπερσταρ των Μπακς έβαλε 30 πόντους με μόλις τρία χαμένα σουτ, αναγκάζοντας όλους τους συμπαίκτες του να μιλούν για αυτόν.

Σε ηλικία 22 ετών και 74 ημερών, ήταν έως το 2017 ο νεαρότερος ξένος παίκτης στην ιστορία του ΝΒΑ ο οποίος ξεκίνησε βασικός στην πρώτη πεντάδα σε αγώνα NBA All-Star, καθώς και ο πρώτος Έλληνας παίκτης με την ιδιότητα αυτή.

Δύο χρόνια αργότερα ο Έλληνας σούπερ σταρ αναδείχθηκε πολυτιμότερος παίκτης του ΝΒΑ, τονίζοντας πως το βραβείο αυτό ήταν μόνο η αρχή. Και δεν διέψευσε τον εαυτό του. Κέρδισε το βραβείο και την επόμενη χρονιά και έγινε μόλις ο τρίτος ξένος στην ιστορία της Λίγκας με back-to-back βραβεία.

Μάλιστα, κατά την παραλαβή του βραβείου το 2019 είχε αναφέρει: «Στόχος μου είναι να κατακτήσω το πρωτάθλημα. Όπως μου είχε πει ο πατέρας μου, πάντα να θέλεις τα περισσότερα χωρίς να είσαι άπληστος».

Ο Greek Freak δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη και στον εντός έδρας αγώνα των Μπακς έφερε μετά από 50 χρόνια το πρωτάθλημα και πάλι στο Μιλγουόκι. Είναι ο απόλυτος πρωταγωνιστής του παγκοσμίου μπάσκετ σήμερα, ή όπως λέει ο ίδιος “απλά ένα παιδί από τα Σεπόλια”.

(Με στοιχεία από contra.gr. kathimerini.gr, draftexpress.com, nba.com)

ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΑΘΛΗΤΙΚΑ