19 Απριλίου 2024

ΜΕΝΟΥ

Μια παλιά, αληθινή ιστορία. Ποίημα της Κ. Κουκούτση

Μια ιστορία θα σας πω
από τα περασμένα
που στην ψυχή με άγγιξε
πολύ βαθιά εμένα


Μια κόρη νιό αγάπησε
και κείνος τήνε θέλει
και ο έρωτάς τους ήτανε
με ζάχαρη και μέλι

Ήταν όμως πολύ σκληρό
από την κοινωνία
άμα δεν παντρευόντουσαν
το’ χανε αμαρτία


Γι΄ αυτό κι η κόρη μίλησε
μια μέρα στον καλό της
έκλαψε με παράπονο
γιατ’ είχε τον καημό της

-Γιώργο μου έλα να χαρείς
σύρε να με ζητήσεις
στο σπίτι από τον κύρη μου
νυφούλα να με ντύσεις


Ο Γιώργος ήταν ορφανός
και μέσα στη μιζέρια
το μόνο του το αγαθό
ήταν τα δυο του χέρια


Ντρεπότανε ο δύστυχος
όμως το βράδυ πήγε
στο σπίτι της και τη ζητά
μα απάντηση δεν πήρε

Ένα χωράφι ζήτησε
να το καλλιεργούνε
να το δουλέψει ο άμοιρος
και όμορφα να ζούνε


Είχε χωράφια ο κύρης της
ήτανε νοικοκύρης
όμως τα’ χε για πάρτη του
σκληρός καραβοκύρης


Σοφία μου είμαι φτωχός
δεν έχω να σε ζήσω
φτωχός είμαι και ορφανός
νυφούλα να σε ντύσω

Η κόρη είχε μυστικό
και τότε του το λέει
κι απ’ τον βαρύ τον πόνο της
αρχίνησε να κλαίει


Γιώργο μου μες στα σπλάχνα μου
καρπός του έρωτά μας
Γιώργο μου η αγάπη μας
Γιώργο μου η καρδιά μας


Φύτρωσε και κρυφά-κρυφά
όλο και μεγαλώνει
κι αν δεν με πάρεις Γιώργο μου
τίποτα δεν με σώνει


Ο Γιώργος που’ τανε δειλός
δειλός και φοβισμένος
στο πόδια τότε το’ βαλε
φοβήθηκε ο καημένος


Η κόρη απελπίστηκε
τίποτα δεν τη σώνει
και πήρε την απόφαση
μια μέρα στο μπαλκόνι


Απόκριες κι η μάνα της
τσιγάριζε γιομίδια
κι η μυρωδιά την άγγιξε
φεύγοντας για τα γίδια


Μάνα μου δώσ’ μου μια μπουκιά

Μάνα μου δώσ’ μου δύο
τρύπησε η καρδούλα μου
μανούλα μου θα φύγω

Κόρη το βράδυ που θα ΄ρθείς
τον καπαμά θα φάμε
Σοφία κάνε υπομονή
όλοι μαζί να φάμε


Την πήρε το παράπονο
και φεύγει πονεμένη
τίποτα πια για κείνηνε
καλό την περιμένει

ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΑΘΛΗΤΙΚΑ