άρθρο από την έντυπη έκδοση των Ευρυτανικών Νέων
Ένα ακόμη περίεργο καλοκαιράκι φέτος… Ο φόβος πλανιέται, η ελπίδα πεταρίζει στο κουτάκι της Πανδώρας, οι συναντήσεις με τους φίλους εξακολουθούν να είναι αμήχανες, δεν ξέρεις πώς να χαιρετήσεις… Ο ένας απλώνει το χέρι, ο άλλος τείνει τον αγκώνα…
Τα σύνορα άνοιξαν… Το ΚΤΕΛ επανήλθε στα δρομολόγιά του… Οι καφετέριες έχουν κάποιον κόσμο… Τα εμβόλια προχωρούν. Μια επίφαση κανονικότητας, που όμως δεν είναι κανονική. Ένας αδιόρατος φόβος για κάποιο επερχόμενο νέο κύμα της πανδημίας… Συζητήσεις. «Εσύ ποιο έκανες;» «Είχες παρενέργειες;» «Πειράματα κάνουν…», «Θα γίνουν τα Μποτσάρεια φέτος;»
Και μέσα σε αυτό το μελαγχολικά ελπιδοφόρο τοπίο, μια ομάδα δέκα ανθρώπων αρνούμαστε να υποκύψουμε στη μιζέρια. Ναι, τα χρήματα είναι λίγα. Ναι, δουλειές δεν υπάρχουν… Μα ποτέ δεν ήταν πολλά! Και ποτέ δεν υπήρχαν πολλές δουλειές στο Καρπενήσι! Κάπως πρέπει να ξεφύγουμε απ’ όλο αυτό. Και να μεταδώσουμε την αισιοδοξία και το κέφι και σε άλλους. Σε πολλούς. Σε όσο το δυνατόν περισσότερους.
Η Θεατρική Ομάδα του Πολιτιστικού! Ετοιμαζόμαστε εδώ και τρεις μήνες – πυρετωδώς. Τίποτε το πολύ πνευματικό, τίποτε το κουλτουριάκο. Μια κωμωδία για να περάσει ο κόσμος καλά. Να γελάσει… Πρώτα με τηλεδιασκέψεις, αργότερα με δια ζώσης συναντήσεις, με τεστ που ούτως ή άλλως έπρεπε να κάνουμε για τις δουλειές μας, οι πρόβες ξεκίνησαν… Τα χαμόγελα, ακόμα και βεβιασμένα επέστρεψαν. Πρέπει να στηθούν σκηνικά, να βαφτούν τοίχοι, να βρεθούν ρούχα, μουσικές, μηχανήματα για τα εφέ, να μαθευτούν οι ρόλοι. Προσωπική εργασία και προσωπική εργασία και πάλι προσωπική εργασία. Αυτό είναι τελικά το ρεζουμέ της όλης υπόθεσης. Φιλίες που σφυρηλατούνται μέσα από γκρίνιες και θυμούς, γέλια και πειράγματα, ιστορίες ζωής που τέμνονται και επικαλύπτονται. Άνθρωποι διαφορετικοί, άνθρωποι όλων των ειδών, μαζεύονται με ένα κοινό στόχο: την αγάπη για την τέχνη.
Ερασιτέχνες, ναι, αλλά με την πραγματική σημασία της λέξης: ερασταί της τέχνης – κι όχι της προχειροδουλειάς. Ακόμη και πριν ενταχθώ στην ομάδα, γιατί η παρουσία της στην πόλη έχει φτάσει πλέον την δεκαπενταετία, (αν όχι περισσότερο) με εντυπωσίαζε αυτό το εντελώς ανιδιοτελές εγχείρημα – τι ανιδιοτελές, εδώ που τα λέμε δεν ξέρω αν υπάρχει έστω κι ένας ή μία που δεν πλήρωσε από την τσέπη του, άλλοτε για να αγοράσει ένα μαντίλι, άλλοτε να πληρώσει ένα χτένισμα κι άλλοτε οποιαδήποτε άλλη μικρολεπτομέρεια που δεν έχει τη δυνατότητα (ή δεν θέλεις εσύ) να ζητήσεις να την καλύψει το ταμείο του συλλόγου. Χώρια η ατελείωτη προσφορά χρόνου σε ώρες, όταν ίσως θα έπρεπε να είσαι κάπου αλλού.
Φυσικά δεν είναι υποχρεωτικό. Φυσικά το χειροκρότημα, η αδημονία του κόσμου, το «Πότε θα παίξετε να βγούμε λίγο έξω;» είναι η ανταμοιβή όλων. Μια ανταμοιβή που δεν αποτιμάται σε χρήμα με τίποτε. Άλλωστε, μήπως αυτή δεν είναι και η ουσία της εθελοντικής προσφοράς; Πόσοι από τους αναγνώστες της στήλης δεν υπηρετούν σε παρόμοιους συλλόγους, δεν αφιερώνουν χρόνο για να κάνουν κάτι που δεν θα τους το επιστρέψει ποτέ κανείς;
Άλλοτε στο γηροκομείο, άλλοτε στις ποδοσφαιρικές ομάδες και πότε στους συλλόγους των χωριών, προσπαθούν με πενιχρά μέσα, με έριδες και μεμψιμοιρίες να επιτελέσουν έναν ρόλο που δεν μπορεί να παίξει ούτε το κράτος, ούτε οι δομές. Και πολλές φορές μάλιστα ακούνε και σχόλια του τύπου, «έλα μωρέ, αν δεν τα έπαιρνε από κάπου δεν θα ασχολούνταν!» Και εκείνοι που κάνουν αυτά τα σχόλια είναι αυτοί που είτε οι ίδιοι, είτε κάποιος δικός τους, κάνει την ίδια δουλειά στο δικό τους χωριό, στη δική τους γειτονιά… Παράνοια!
Βέβαια για να πούμε του στραβού το δίκιο, εμάς μας στηρίζουν όσο μπορούν και ο Δήμος και η Περιφέρεια. Το σωστό να λέγεται. Κι επίσης πολλοί συμπολίτες μας βάζουν πλάτη δανείζοντας πράγματα από τα καταστήματά τους, ή προσφέροντας κι αυτοί ό,τι μπορούν.
Έτσι λοιπόν, προκειμένου να ξορκίσουμε το κακό και να ξεκινήσουμε τη νέα αισιόδοξη περίοδο της υπόλοιπης ζωής μας, μακριά από κορονοϊούς και μνημόνια, σας καλούμε να έρθετε στις παραστάσεις που θα γίνουν τις πρώτες μέρες του Ιούλη. Τίτλος του έργου «Η γυναίκα μου Φάντασμα» του Κάουαρντ Νοέλ. Μια τρελή κωμωδία, στα όρια του παράλογου, με αρκετές νύξεις για το ψέμα στις ανθρώπινες σχέσεις και την συμβατικότητα του γάμου. «Διασκέδασις εγγυημένη και οικονομικώς προσιτή» που θα έλεγε και η διαφήμιση των μέσων του περασμένου αιώνα.
Ελπίζω μονάχα να προλάβει ο Δήμος να φροντίσει αυτά που πρέπει να φροντιστούν στο θεατράκι της Βασικής Βιβλιοθήκης. Εμείς θα έχουμε τα αντισηπτικά μας, τις μάσκες μας, τις αποστάσεις μας, μα πάνω απ’ όλα την αισιοδοξία και την καλή μας διάθεση. Ακριβώς δηλαδή αυτά που περιμένουμε να φέρουν μαζί τους και οι θεατές!
(Η φωτογραφία είναι της Βασιλικής Σταμάτη)