άρθρο που δημοσιεύτηκε στην έντυπη έκδοση, της ιστορικού Λεωνής Π. Θανασούλα
Η Δομνίστα, παλιό κεφαλοχώρι του νομού Ευρυτανίας με μακραίωνη ιστορία, διατηρεί την ατμόσφαιρα του παραδοσιακού οικισμού τόσο μέσα από τα πέτρινα αρχιτεκτονήματά της όσο και από το αναλλοίωτο ορεινό τοπίο της. Ακόμη και με φθίνοντα πληθυσμό είναι από τις πιο ζωντανές κοινότητες με εμπορική κίνηση και πολιτιστική δραστηριότητα, ενώ διατηρεί το μοναδικό προνόμιο στην ευρύτερη περιοχή του Καρπενησίου να έχει δημιουργήσει δύο μουσεία.
Το Φωτογραφικό Μουσείο και το Φαρμακίδειο Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο.
Το πρώτο ξεκίνησε με πρωτοβουλία του Φιλοπροόδου Συλλόγου Δομνίστας το 1990 με βασικά εκθέματα 1800 φωτογραφίες από τη ζωή του χωριού κατά την περίοδο 1890-1960, εκτυπώσεις κυρίως από το αρχείο του προπολεμικού φωτογράφου Ντίνου Μωρίκη και λαογραφικά εκθέματα. Στεγάστηκε αρχικά στο Γυμνάσιο της κοινότητας όπου και παραμένει, κάτω από την ίδια στέγη με την κοινοτική βιβλιοθήκη. Ο εμπλουτισμός της λαογραφικής συλλογής και η δυναμική των μελών του συλλόγου και της κοινότητας είχαν ως αποτέλεσμα την ίδρυση του νέου Φαρμακιδείου Λαογραφικού και Ιστορικού Μουσείου το οποίο εγκαινιάστηκε το 2017, με την υποστήριξη του Δήμου Καρπενησίου.
Ο πλούτος του Φωτογραφικού Μουσείου -καθώς δεν υπάρχει τίποτε ανάλογο στην περιοχή- μπορεί να αξιοποιηθεί ποικιλοτρόπως ως εκπαιδευτικό εργαλείο, να δημιουργήσει νέο μουσειακό υλικό μέσα από ερευνητική εργασία, μουσειακές δράσεις με άξονα την προφορική ιστορία, καθώς προσφέρεται για ποικίλες ανθρωπολογικές κυρίως αναγνώσεις, όπως και να ενισχύσει ανάλογες δράσεις στα άλλα τοπικά μουσεία τα οποία δεν διαθέτουν παρόμοιο υλικό. Ο χαρακτήρας και μόνο του μουσείου, ως αμιγώς φωτογραφικό, δημιουργεί ένα γόνιμο πεδίο για την επικοινωνία του με το κοινό καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, μέσα από δράσεις ακόμη και ψηφιακές. Το υλικό έχει αναπαραχθεί με σεβασμό στα υλικά και τις τεχνικές του προπολεμικού φωτογράφου, σύμφωνα με τη μαρτυρία του φωτογράφου που εργάστηκε για τη δημιουργία του μουσείου. Το στοιχείο που καθιστά μοναδικές τις εικόνες του Μωρίκη είναι οι όψεις της καθημερινής ζωής, εικόνες σπάνιες ή ασυνήθιστες. Έτσι, το βλέμμα των ανθρώπων, η στάση του σώματος, τα υφάσματα και οι ενδυμασίες, συνδέουν τον επισκέπτη με πρόσωπα απόντα μίας κοινότητας, ένα παρελθόν που το έχει πλήρως οικειοποιηθεί με το πέρας της επίσκεψής του και φεύγοντας αναζητά τα ίχνη του στους ήσυχους πια δρόμους της Δομνίστας.
Το Φαρμακίδειο Λαογραφικό και Ιστορικό Μουσείο είναι συνδεδεμένο με τρεις ιστορικές οικογένειες της κοινότητας (Παπαγεωργιάδη, Φαρμάκη ή Φαρμακίδη, Σώκου) στις οποίες ανήκε το οικόπεδο και η πετρόκτιστη οικία που δωρήθηκε για να γίνει το μουσείο. Κτίστηκε προπολεμικά για να γίνει οικία και ιατρείο του Αριστοτέλη Φαρμακίδη (1900-1944) και είχε διαμορφωθεί χώρος υποδοχής για τους ασθενείς, όπως και ειδικά ράφια φαρμακείου. Αν και δεν λειτούργησε ποτέ ως ιατρείο μπορεί και σήμερα να προσφέρει ποικίλες μορφές ίασης ως μουσείο. Είναι το δεύτερο σύγχρονο μουσείο στην Ευρυτανία, μετά από εκείνο του Μεγάλου Χωριού, με μουσειολογική μελέτη, σύγχρονο εξοπλισμό, αίθουσα διαλέξεων, χώρο καλοκαιρινών εκδηλώσεων. Χαρακτηρίζεται από λιτότητα εκθεμάτων τα οποία αποτελούν εναύσματα μάθησης και δημιουργίας, ενώ στα εκθέματά του περιλαμβάνονται ελάχιστα αρχαιολογικά ευρήματα.
Παρόλο που και τα δύο μουσεία της Δομνίστας ξεχωρίζουν το καθένα για διαφορετικό λόγο και έχουν τις προϋποθέσεις να συμβάλλουν στη βελτίωση της πνευματικής ζωής της Ευρυτανίας και των επισκεπτών της, όπως και δεκάδες τοπικά μουσεία βρίσκονται εν υπνώσει και σταδιακά απαξιώνονται, καθώς δεν υπάρχει υποδομή για τη λειτουργία τους, ούτε κεντρικός προγραμματισμός για την αξιοποίησή τους. Τα δύο μουσεία δημιουργήθηκαν από τον οραματισμό και τον μόχθο συγκεκριμένων ανθρώπων.
Τα κλειστά μουσεία δείχνουν έλλειψη οραματισμού και μόχθου και μοιάζει σαν να αποσυνδέει τα αντικείμενα μεταξύ τους και να μένουν μετέωρα σε στείρες γραφειοκρατικές περιπέτειες. Δύο από τις «ωραιότερες κοιμωμένες» του νομού μας σε παραμύθια και πραγματικότητες για πρίγκηπες και δράκους χωρίς τέλος.