ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στην έντυπη ε΄κδοση (αρ. φύλ. 979/08-12-21)
ΦΩΤΟ: “Ο γέρικος πλάτανος της Αμίριανης. Χρονολογείται από τον 16ο αιώνα”, αναγράφεται στο αιωνόβιο πλατάνι του Πάνω Μαραθιά Ευρυτανίας. Το μεταχρωματικό έλκος απειλεί και τα εμβληματικά δέντρα του τόπου, καθώς η ασθένεια εξαπλώνεται με γοργό ρυθμό, με κύριο υπεύθυνο τον άνθρωπο. Οι επιστήμονες ζητούν την ευαισθητοποίηση κοινής γνώμης και αρχών πριν να είναι αργά. Στην ένθετη εικόνα, ο επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Δασολογίας & ΔΦΠ Καρπενησίου, Παλαιολόγος Παλαιολόγου
——-
Μια θανατηφόρα για τα δέντρα πλατάνων ασθένεια εξοντώνει πληθυσμούς στην Ευρυτανία. Ο καταστρεπτικός μύκητας εντοπίστηκε στον τόπο μας για πρώτη φορά το 2017 και έκτοτε έχει οδηγήσει σε νέκρωση εκατοντάδες δέντρα
Μόλις πρόσφατα, στα μέσα Νοεμβρίου 2021, στην Παλαιά Βίνιανη, συνεργείο ιδιώτη προχώρησε στην κοπή ενός εμβληματικού για το χωριό πλατάνου που επί δεκαετίες έστεκε αγέρωχο και με την πελώρια φυλλωσιά του χάριζε τον ίσκιο του. Είχε προσβληθεί από την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους, τη σοβαρότερη απειλή για τα πλατάνια της Ευρυτανίας. Και δεν είναι μόνο η Βίνιανη· οι τοπικές αρχές έχουν προχωρήσει τα τελευταία χρόνια σε δεκάδες κοπές και απομακρύνσεις δέντρων, από τα Άγραφα μέχρι τη Ροσκά. Και όταν χάνεται ένας πλάτανος, χάνονται μαζί του ιστορίες και θύμησες.
Τα Ευρυτανικά Νέα έχουν ασχοληθεί και στο παρελθόν με το πρόβλημα που, όπως λένε οι ειδικοί «…ήρθε για να μείνει». Τα τελευταία χρόνια, ο πληθυσμός των πλατάνων κινδυνεύει και οι επιστήμονες προειδοποιούν πως σε μία δεκαετία είναι πιθανόν να έχουν αποψιλωθεί ολόκληρα δάση από πλατάνια. Το παθογόνο εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 2003 στη Μεσσηνία και μέσα σε μια δεκαετία επεκτάθηκε σχεδόν σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Το 2010 ο μύκητας C. platani καταγράφηκε στην Ήπειρο και το 2011 στη Θεσσαλία, ενώ το 2017 εντοπίστηκε για πρώτη φορά στη Στερεά Ελλάδα και στην Ευρυτανία.
Μύκητας όπως… κορονοϊός
Τα Ευρυτανικά Νέα συνομίλησαν για το θέμα με τον κ. Παλαιολόγο Παλαιολόγου, επίκουρο καθηγητή στο Τμήμα Δασολογίας & ΔΦΠ Καρπενησίου, στο αντικείμενο της δασοπροστασίας. Ο καθηγητής κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και ζητά αυξημένη επαγρύπνηση -από πολίτες και αρχές- ώστε η Ευρυτανία να πληρώσει το μικρότερο δυνατό κόστος από την ασθένεια των πλατάνων.
«Ο συγκεκριμένος μύκητας που προσβάλλει τα δέντρα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν τον… κορονοϊό: μόλις εντοπίζεται σε κάποιο σημείο, πρέπει να τίθενται μέτρα καραντίνας, αφού είναι ένα παθογόνο που πολύ δύσκολα αντιμετωπίζεται», λέει ο κ. Παλαιολόγου. «Άμεσα, μόλις ένας πολίτης διαπιστώσει νεκρώσεις σε πλατάνια, πρέπει να ειδοποιεί το τοπικό Δασαρχείο ώστε να λαμβάνονται τα δέοντα μέτρα», αναφέρει.
Τα προηγούμενα χρόνια, η Διεύθυνση Δασών Ευρυτανίας προχώρησε στον καθορισμό 46 οριοθετημένων ζωνών στον νομό, καθώς πλατάνια που έχουν προσβληθεί από το μικρόβιο έχουν εντοπιστεί σε μεγάλη κλίμακα, από τα Κέδρα, το Ραπτόπουλο, τα Επινιανά, την Πρασιά, τα Άγραφα και τη Γρανίτσα μέχρι το Καρπενήσι, τη Δομνίστα, τη Ροσκά, την Αγία Βλαχέρνα, τη Χελιδόνα, το Δερμάτι και την Καρίτσα. Σε ακτίνα 100 μέτρων γύρω από τον τόπο όπου διαπιστώθηκε ο επιβλαβής οργανισμός απαγορεύεται, χωρίς την άδεια της Δασικής Υπηρεσίας, να πραγματοποιηθούν χωματουργικές εργασίες σε θέσεις που φύονται πλατάνια (όπως οι καθαρισμοί δρόμων και ρεμάτων, αμμοληψίες κ.α.).
Η ασθένεια διαδίδεται κυρίως με μολυσμένα εργαλεία (πριόνια κλπ.) που έχουν χρησιμοποιηθεί σε προσβεβλημένα δέντρα και με εκσκαπτικά μηχανήματα που έχουν προέλθει από πληττόμενες από τον μύκητα περιοχές και στα οποία δεν έχει γίνει απολύμανση. Γι’ αυτό και πρέπει να υπάρχει μεγάλη προσοχή από τους επιβλέποντες φορείς όταν εκτελούνται εργασίες σε περιοχές με πλατάνια, πόσο μάλλον όταν ο μύκητας έχει εμφανιστεί ήδη. «Πολλές φορές κάνουμε υλοτομήσεις και κλαδεύσεις σε δένδρα πλατάνων, παραδείγματος χάρη για λόγους καλλωπισμού ενόψει ενός πανηγυριού στην πλατεία του χωριού, όμως εάν το εργαλείο που χρησιμοποιούμε είχε βρεθεί σε προηγούμενη υλοτόμηση σε περιοχή με προσβεβλημένα είδη, τότε καταστρέφουμε για πάντα τον πλάτανο μέσα στο χωριό», λέει στην εφημερίδα ο επίκουρος καθηγητής. Μετάδοση είναι δυνατόν να γίνει, τονίζει, και μέσω χωματουργικών εργασιών, ή ακόμα και χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση, με τη μεταφορά του μύκητα σε άλλα δέντρα μέσω του νερού (σε ποτάμια κ.α.), ενώ υπάρχουν και αναφορές για τη δράση εντόμου που μεταδίδει την ασθένεια σε υγιή δέντρα.
«Πάντως», επισημαίνει με έμφαση, «ο σημαντικότερος και πιο συνηθισμένος τρόπος μετάδοσης της νόσου είναι ο άνθρωπος». Το πολύ δυσάρεστο είναι ότι, όπως λέει ο κ. Παλαιολόγου, «άπαξ και προσβληθεί ένα δέντρο πλατάνου από τη συγκεκριμένη ασθένεια, δεν υπάρχει σωτηρία, δεν μπορούμε να το θεραπεύσουμε». Τα προσβεβλημένα δένδρα πρέπει να υλοτομούνται και οι ρίζες τους να νεκρώνονται με τη χρήση ζιζανιοκτόνου, ενώ τα υπολείμματα (κλαδιά, φύλλα κ.α.) θα πρέπει να καίγονται, ώστε να αποτραπεί η μετάδοση σε γειτνιάζοντα πλατάνια. Τα προσβεβλημένα πλατάνια δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν για καυσόξυλα ή για άλλη χρήση, λόγω και του κινδύνου μεταφοράς του μύκητα σε υγιείς περιοχές.
«Είναι μια δύσκολη κατάσταση, που πρέπει να την αποδεχθούμε· η ασθένεια, δυστυχώς, θα ζήσει μαζί μας για πολλά χρόνια. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί ώστε να περιορίσουμε ή έστω να καθυστερήσουμε, όσο είναι δυνατόν, το πρόβλημα», καταλήγει ο επίκουρος καθηγητής της Δασολογίας Καρπενησίου, κ. Παλαιολόγος Παλαιολόγου.