Στην ευρυτανική γη αναπαύεται εδώ και λίγες ώρες ο μακαριστός Αρχιμανδρίτης της Ιεράς Μονής Παναγίας Τατάρνας Ευρυτανίας, π. Δοσίθεος Κανέλλος, σπουδαία εκκλησιαστική και πνευματική μορφή του τόπου, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 87 ετών έπειτα από σοβαρά προβλήματα υγείας που αντιμετώπιζε το τελευταίο διάστημα.
Σε ατμόσφαιρα έκδηλης συγκίνησης, κλήρος και λαός αποχαιρέτησαν τον γέροντα Δοσίθεο, ηγούμενο και κτήτορα της Ιεράς Μονής Τατάρνας (από το 1969), που αφιερώθηκε ψυχή τε και σώματι στον μοναχισμό, αναπτύσσοντας πλούσια πνευματική και ποιμαντική δράση, παραμένοντας -συνειδητά- μακριά από κοσμικές ενασχολήσεις και διεκδικήσεις. Με την εκδημία του πανδήμως αγαπητού μοναχού, κλείνει ένα μεγάλο κεφάλαιο πολλών δεκαετιών για το μοναστήρι της δυτικής Ευρυτανίας.
Η εξόδιος ακολουθία του μακαριστού γέροντα τελέστηκε νωρίς το απόγευμα της Πέμπτης (5/1), στην Ιερά Μονή Τατάρνας, παρουσία πλήθους κληρικών, πιστών και εκπρόσωπων της πολιτικής και πολιτειακής ηγεσίας και προεξαρχόντων των Μητροπολιτών Καρπενησίου και Άρτης κ.κ. Γεωργίου και Καλλινίκου.
Στην πλούσια παρακαταθήκη που αφήνει πίσω του ο π. Δοσίθεος στάθηκε -φανερά συγκινημένος- ο επιχώριος ποιμενάρχης, ενώ με δάκρυα στα μάτια αποχαιρέτησε τον ηγούμενο ο μοναχός Δαμασκηνός, που πορεύτηκε μαζί του στη μονή της Τατάρνας επί πολλές δεκαετίες.
Η Ι.Μ. Καρπενησίου για τον μακαριστό Δοσίθεο
“Ὁ γέρων Δοσίθεος, κατὰ κόσμον Στυλιανὸς Κανέλλος, ἐγεννήθη ἐν Ἀθήναις τὸ σωτήριον ἔτος 1936. Oἱ γονεῖς του ὠνομάζοντο Γεώργιος καὶ Ἐλευθερία, καὶ εἵλκυον τὴν καταγωγὴν ἐκ Πιάνας Ἀρκαδίας καὶ Κέας (Τζιᾶς) ἀντιστοίχως. Ἀπὸ μικρᾶς ἡλικίας ὁ πατὴρ Δοσίθεος ἠνδρώθη εἰς ἐκκλησιαστικὸν περιβάλλον καὶ ἀφιερώθη εἰς τὴν λατρείαν τοῦ μόνου ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ἐμυήθη εἰς τὴν τέχνην τῆς ψαλμῳδίας καὶ τῆς εὐτάκτου ἐπιτελέσεως τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν ἐκ σοφῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν. Συνεδέθη, ἔτι παῖς ὤν, μετὰ ἁγιορειτῶν πατέρων καὶ τὸν πολὺν ἅγιον Ἱερώνυμον, οὓς καὶ ἐγνώρισεν εἰς τὸ τῆς Σίμωνος Πέτρας μετόχιον τῆς Ἀναλήψεως ἐν Βύρωνι, πλησίον δηλονότι τῆς πατρικῆς αὐτοῦ κατοικίας ἔνθα ἐγεννήθη.
Τὸ ἔτος 1956, κατὰ τὸν μῆνα Μάρτιον, προσῆλθεν ὡς δόκιμος μοναχὸς (κατόπιν προτροπῆς καὶ πατρικοῦ κήδους τοῦ Μητροπολίτου Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας Χριστοφόρου, μεθ’ οὗ καὶ πνευματικῶς συνεδέθη) εἰς τὴν Ἱερὰν Μονὴν Προυσοῦ, ἐνῷ ἐν ἔτει 1959ῳ, τὴν 4ην Ὀκτωβρίου, ἐκάρη μεγαλόσχημος μοναχὸς ὑπὸ τοῦ ἡγουμένου τῆς Μονῆς Προυσοῦ Γερμανοῦ, λαβὼν τὸ ὄνομα Δοσίθεος. Ἐχειροτονήθη διάκονος ἐν τῇ Μονῇ τῆς μετανοίας αὐτοῦ τὴν 23ην Αὐγούστου 1961, ὑπὸ τοῦ Ναυπακτίας καὶ Εὐρυτανίας Δαμασκηνοῦ. Πρεσβύτερος ἐχειροτονήθη ὑπὸ τοῦ ἰδίου ἐπισκόπου τὴν 4ην Δεκεμβρίου 1963, λαβὼν ταὐτοχρόνως καὶ τὸ ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου.
Ἐν συνέχειᾳ διωρίσθη ὡς ἱεροκῆρυξ ἐν Εὐρυτανίᾳ, ὅπου ἡ πνευματικὴ καὶ ποιμαντικὴ αὐτοῦ δρᾶσις ἐν τοῖς ὀρεινοῖς τούτοις τόποις ὑπῆρξεν ὁμολογουμένως παμβόητος. Τὸ ἔτος 1969 διωρίσθη ἡγούμενος τῆς ὁλοσχερῶς ἀφανισθείσης ἐκ κατολισθήσεως Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης, ἣν καὶ κόποις πολλοῖς ἐκ βάθρων ἀνῳκοδόμησεν. Οὕτως ἤρχισεν ἡ τετάρτη περίοδος τῆς ἱστορίας τῆς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς, γενόμενος τέταρτος κτίτωρ αὐτῆς.
Ὁ πατὴρ Δοσίθεος ἐκαλλιέργησεν, ὡς γνήσιος καὶ ἀκραιφνὴς ῥωμηός, τὰς σχέσεις τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Τατάρνης μετὰ τῆς Μητρὸς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, ἤτοι τοῦ Οἰκουμενικοῦ ἡμῶν Πατριαρχείου· μὲ ἀπέραντον σεβασμόν, μὲ ἀνιδιοτέλειαν, ἀνόθευτον καὶ ἀνυπόκριτον φλογερὰν ἀγάπην, ἀλλά γε καὶ τὸ προσῆκον δέος πρὸς τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς θεσμούς, τὰ πρόσωπα καὶ τὴν ἱστορίαν. Καρπὸς αὐτοῦ τοῦ ἀσιγάστου «ἔρωτος» διὰ τὴν Ῥωμηοσύνην καὶ τὴν Κωνσταντινούπολιν ἦτο ἡ συγγραφὴ τῶν δύο βιβλίων «Θέλω νὰ πιῶ ὅλο τὸν Βόσπορο», καὶ «Μιὰ γοργόνα στὸν Κεράτιο». Ὕστερον δέ, κελεύσει τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ἐπὶ δεκαπενταετίαν ὅλην συγγράφων ἐπεμελήθη τοῦ ἐνιαυσίου Ἐγκολπίου Ἡμερολογίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὕλη τῶν ὁποίων ἡμερολογίων ἐξεδόθη εἰς ἕνα ὀγκωδέστατον τόμον μὲ τίτλον «Πολίτικη Ἀνθολογία».
Ἠσχολήθη ἐπισταμένως καὶ μετὰ ζήλου μὲ τὰς Τυπικὰς Διατάξεις τῆς λατρείας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, διὸ καὶ σὺν τοῖς ἄλλοις ἐξέδωσε τύποις τὸ μνημειῶδες ἔργον «Τυπικὸν τοῦ ὁσίου καὶ θεοφόρου πατρὸς ἡμῶν Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου», μετὰ διορθώσεων καὶ λεπτομερεστάτου ὑπομνηματισμοῦ. Ἐπίσης συνέγραψε πλῆθος ἄλλων ψυχωφελῶν βιβλίων περὶ σωτηρίας ψυχῆς, καὶ ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ζωῆς. Πρὸς τούτοις, συναριθμείσθω καὶ τὸ βιβλίον μαγειρικῆς «Ὀψοποιῶν Μαγγανεῖαι, ἤγουν Καλογηρικὴ Μαγειρικὴ καὶ Ζαχαροπλαστική». Πολλαὶ δὲ πνευματικαὶ συγγραφαὶ αὐτοῦ, παραμένουσιν εἰσέτι ἀνέκδοτοι (ἐν αἷς καὶ τὸ ὑπ’ αὐτοῦ ἐπιμεληθὲν καὶ ἐκτενῶς ὑπομνηματισθὲν «Ἱερατικόν», τὸ ἤδη ἀπὸ χρόνων ἱκανῶν ἐγκριθὲν ὑπὸ τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου).
Ἐν τῇ αὐτοῦ βιοτῇ, ἠθέλησεν ὅλῃ ψυχῇ καὶ διανοίᾳ λατρεῦσαι τῷ Κυρίῳ καὶ Θεῷ ἡμῶν, καὶ ὑπηρετῆσαι καὶ διακονῆσαι τὸ κατὰ δύναμιν τῷ πλησίον.
Ἀναπαύσαι Κύριος ὁ Θεὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ ἐν τῇ Βασιλείᾳ τῶν Οὐρανῶν! Εἴη ἡ μνήμη αὐτοῦ αἰωνία!”.