27 Απριλίου 2024

ΜΕΝΟΥ

Μοναχή Ανθεμία, μια πρωτοπόρος γυναίκα του Καρπενησίου. Η γνώση και η μόρφωση ως εφόδια για την ανεξαρτησία – Αναδρομή στα 1800

"Ακούστε αυτή τη φωνή, μιας αγράμματης γυναίκας από το Καρπενήσι του 1835. Μιλάει για την ουσία της γυναικείας αξιοπρέπειας και της χειραφέτησης χρόνια πριν οι λέξεις αυτές έρθουν στο προσκήνιο"

Με αφορμή τη σημερινή Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας και τα διαχρονικά μηνύματα που εκπορεύονται από την 8η Μαρτίου, θυμόμαστε μια από τις πρωτοπόρες γυναίκες του Καρπενησίου, που παρότι έζησε σχεδόν δύο αιώνες πριν, τα λόγια της (και οι πράξεις της) παραμένουν εξαιρετικά επίκαιρα. Ο λόγος γίνεται για τη μοναχή Ανθεμία, που μας αποκαλύπτεται μέσα από την εργασία με τίτλο «AΡΩΜΑ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΔΡΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΗ (ΚΑΙ ΟΧΙ ΜΟΝΟ) ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΤΕΛΕΥΤΑΙΩΝ ΑΙΩΝΩΝ», της Μαρίας Παν. Παναγιωτοπούλου-Μποτονάκη, Πρεσβυτέρας, δρ. φιλολογίας, προϊσταμένης ΓΑΚ Ευρυτανίας.

Γράφει η Μαρία Παν. Παναγιωτοπούλου-Μποτονάκη για τη μοναχή Ανθεμία:

«(…) Ήταν μια αγράμματη καλογριά. Δεν ήξερε ούτε το όνομά της να γράφει. Για τούτο υπόγραψε τη διαθήκη της (18), συνταγμένη «ἐν Καλλιδρόμῃ», στις 3 Ιανουαρίου του 1835 με το σημείο του σταυρού. Και ο πνευματικός της ιερέας Δημήτριος με το οφφίκιο του οικονόμου επικύρωσε τις επιθυμίες της και την γνησιότητα της υπογραφής της. Κι αν απορείτε ποια είναι η Καλλιδρόμη, έτσι λέγανε το Καρπενήσι στα αρχαιοελληνικά γιατί ακουγότανε πολύ κάπως βαρὐ και τους ενοχλούσε στ’ αυτιά. Οι μέχρι τώρα γνωστές πηγές σιωπούν γι’ αυτήν την Ανθεμία. Για άλλες σημαντικές λεπτομέρειες της ζωής της, όπως πού και πότε γεννήθηκε. Μας δίνουν μόνο τη χρονιά που εγκατέλειψε τον μάταιο τούτο κόσμο για την αιωνιότητα: αρχές του 1835 στο Καρπενήσι, όπως προκύπτει από αναφορά 28 κατοίκων του Καρπενησιού προς τον υπουργό (19) της 3ης Φεβρουαρίου 1845. Αλλά μας διασώζουν μια σπουδαία πληροφορία: πως ήταν θυγατέρα ενός επισκόπου, «τοῦ πρώην ἐπισκόπου τῆς ἐπαρχίας ταύτης Διονυσίου» (20). Και είναι η πρώτη φορά που μαρτυρείται ότι ο επίσκοπος αυτός προερχόταν εξ εγγάμων κληρικών» (21) . Τα έγγραφα τούτα μας διασώζουν το όνομα της ως μοναχής: Ανθεμία.

Προοιμιαζόμενη το τέλος της,

«Ἑπειδή ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς ἐνετείλατο λέγων εἰς τὸ ἱερὸν αὐτοῦ Εὐαγγέλιον «Γρηγορεῖτε καὶ προσεύχεσθε, ὅτι οὐκ οἴδατε τὴν ἡμέραν οὐδὲ τὴν ὥραν ἐν ᾗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἔρχεται, διὰ τοῦτο καὶ ἐγὼ ἡ ὑποφαινομένη ἔτι σώας ἔχουσα τάς φρένας πρῶτον μὲν δίδωμι τοῖς ἀδελφοῖς μου Χριστιανοῖς καὶ ἐξαιτοῦμαι παρὰ τῶν αὐτῶν τὼν ἐκ ψυχῶν καὶ καρδίας συγχώρησιν»

Αυτή η απλή γυναίκα θέλησε να τακτοποιήσει τα περιουσιακά της στοιχεία. Και αναρωτιέται κανείς αν η ρύθμιση πού έκανε ήταν πραγματικά αποτέλεσμα προσωπικής της και αυτεξούσιας επιλογής «οἰκείᾳ μου βουλῇ καὶ προαιρέσει», όπως δηλώνεται στην τρίτη σελίδα ή αν έτσι τη συμβούλευσαν οι πνευματικοί της Δημήτριος και Θεοδόσιος που εμφανίζονται να υπογράφουν ως μάρτυρες.

Θα σκεφθεί κανείς γιατί να γίνεται τόσος λόγος για μια αγράμματη μοναχή, έστω και θυγατέρα επισκόπου.

Μα εδώ ακριβώς είναι το ενδιαφέρον σημείο. Ότι η αγράμματη αυτή γυναίκα είτε επειδή το σκέφθηκε η ίδια είτε επειδή την συμβούλεψαν έτσι οι πνευματικοί της, με τη διαθήκη της κληροδότησε στο σχολείο του Καρπενησιού μία αρχιερατική μίτρα, αρκετά πολυτελή όπως χαρακτηρίζεται στην αναφορά των Καρπενησιωτών, με τον όρο «οἱ κατὰ καιρὸν ἐπίτροποί του νὰ τὴν μεταχειρίζονται μὲ τὸν ἐπωφελέστερον τρόπον».

Επιπλέον άφηνε κληρονομιά στο σχολείο 2.000 τουρκικά γρόσια, μητρική της κληρονομιά «διὰ νὰ χρησιμεύσωσιν εἰς τήν ἐκπαίδευσιν τῆς νεολαίας τῆς πρωτευούσης ταύτης».

Να μαρτυρεί η πράξη αυτή μια δίψα για γράμματα που η απλή γυναίκα δεν μπόρεσε να μάθει αλλά θέλησε να τα προσφέρει στη νεολαία του τόπου της;

Αξίζει λοιπόν τον κόπο να σκύψουμε πάνω στη διαθήκη της ταπεινής μοναχής και να προσπαθήσουμε να διαβάσουμε πίσω από τις λέξεις την ψυχή της στο βαθμό βεβαίως που μας το επιτρέπει η διατύπωση της διαθήκης. Γιατί τούτο εξαρτάται από το κατά πόσο έχουμε μια πρωτοτυπία στη διατύπωση ή επανάληψη μοτίβων-τυποποιημένων εκφράσεων.

Η Ανθεμία προβάλλει μέσα από τη διαθήκη ως γυναίκα δυναμική και αυτεξούσια, που ξέρει να διαχειρίζεται τα περιουσιακά της στοιχεία: έτσι τα «τρικήρια τὰ ἀργυρᾶ, ἅπερ ἦτον κληρονομία μου πατρική» τα εκποίησε ως ακατέργαστο άργυρο. Με το κεφάλαιο αυτό έφτιαξε ένα σπίτι που το αφιερώνει στο ναό της Γεννήσεως (προφανώς εννοεί το ναό της Παναγίας στο Καρπενήσι).

Επιπλέον δεν διστάζει να υψώσει τη φωνή της και να διεκδικήσει τα δίκαια της ακόμα και ενάντια στην εξουσία ενός επισκόπου, διατρανώντας παράλληλα με περηφάνεια ότι κέρδιζε με το εργόχειρό της τα προς το ζην. Ήταν ίσως κεντήστρα ή ράφτρα (22). Μιλώντας για τα 2.000 γρόσια που αφήνει στο σχολείο ορίζει

«τὰς δύο δὲ χιλδ. Γρόσια τουρκικά τὰ ὁποῖα μοὶ ὀφείλει ὁ Θεοφιλέστατος ἅγιος Καλλιδρόμης καὶ τὰ ὁποῖα ἦτον μητρικὴ μου κληρονομία, ἡ δὲ θεοφιλία του τὰ ἔλαβεν ἀπὸ τὰ ἀμπελάκια πρὸ τόσων ἐτῶν καὶ ὠφελεῖτο τὸν ἐξ αὐτῶν τόκον μετὰ τὴν ἀποβίωσίν μου, τὰ ἀφιερῶ εἰς τὸ αὐτὸ σχολεῖον, διὰ νὰ χρησιμεύσωσιν εἰς τὴν ἐκπαίδευσιν τῆς νεολαίας της πρωτευούσης ταύτης».

Και διευκρινίζει ότι αν η «θεοφιλία του» «ἀντιτείνῃ εἰς τὴν ἀπόδοσιν τοῦ χρέους του καὶ εἴπῃ προφασιζόμενος ὅτι τὰ ἐξώδευσεν εἰς τὰ πρὸς τροφήν μου καὶ ἐνδυμασίαν, ότι αυτό είναι «πάντῃ ἀνύπαρκτον καθότι», όπως δηλώνει με υπερηφάνεια, «ὡς πασίδηλον ( ἄν ἐξώδευε τι και παραμικρόν περί ἐμοῦ) τὸν ὑπηρέτουν ἐκτὸς δὲ τούτου ἤμην καὶ ἱκανὴ νὰ ἐξοικονομήσω τὰ πρὸς τὸ ζῆν μου διὰ τοῦ ἐργοχείρου μου, καθὼς καὶ μέχρι τῆς σήμερον».

Ακούστε αυτή τη φωνή, μιας αγράμματης γυναίκας από το Καρπενήσι του 1835. Μιλάει για την ουσία της γυναικείας αξιοπρέπειας και της χειραφέτησης χρόνια πριν οι λέξεις αυτές έρθουν στο προσκήνιο. Πιθανότατα από τα λεφτά του μόχθου της μπόρεσε να συγκεντρώσει το κεφάλαιο για την αγορά της μίτρας που αφιέρωσε στο σχολείο (23).

Η Ανθεμία είχε επίσης στην κατοχή της δύο κομμάτια γης: ένα λειβάδι στη θέση Μαλαγάνι (;) στο Κεφαλόβρυσο που το αφιερώνει στον ναό Αγίας Τριάδας και ένα χωράφι θέση Αγίων Αποστόλων που ορίζει να πωληθεί και τα χρήματα να μοιρασθούν για «ψυχικά» της.

Επιπλέον όροι της διαθήκης που προστίθενται μετά τις υπογραφές των μαρτύρων είναι ότι κληροδοτείται ο αρχιερατικός σάκος που είναι πατρική κληρονομία της στον Θεοφιλέστατον ἅγιον Καλλιδρόμης Κύριον Δοσίθεον. Ο όρος είναι να τον μεταχειρίζεται όσο ζει. Μετά την αποβίωσή του, ο σάκος θα περιέλθει στις εκκλησίες. Την πατερίτσα την αφιερώνει στην μονή της Προυσιώτισσας. Επιτρόπους της ορίζει τον Αθανάσιο Χαντζόπουλο και τον Νικόλαο Μπλατζή.

Η αγράμματη, όπως δηλώνεται από τον πνευματικό της ιερέα Δημήτριο οικονόμο, που έκανε το σημείο του σταυρού για να επικυρώσει τα λεγόμενά της, θέλησε να εξασφαλίσει την τήρηση των όρων της διαθήκης της από κάθε πιθανό αρνητή της συγγενή ή «αλλότριο». Ξεκαθαρίζει ότι όσα διέθεσε το έκανε «οἰκείᾳ μου βουλῇ καὶ προαιρέσει». Και ενάντια σε όποιον πιθανά θα ήθελε να αντικρούσει τη διαθήκη της, δεν βρήκε καλύτερο σύμμαχό της από την Υπεραγία Θεοτόκο:

«ὁ τοιοῦτος ἐχέτω ἀντίδικον τὴν Κυρίαν ἡμῶν Θεοτόκον καθότι ἕκαστος εἶναι κύριος τῆς ἰδιοκτησίας του καὶ τὴν μεταχειρίζεται κατὰ τὴν ἰδίαν του θέλησιν»

Και θυμίζει η επίκληση αυτή της Υπεραγίας Θεοτόκου από την Ανθεμία τους «αφορισμούς» που εξαπολύονται κατά των κλεπτών των εκκλησιαστικών βιβλίων ναών της Ευρυτανίας. Εκεί αυτός που αφορίζει επικαλείται και πάλι τη συνδρομή κάποιας υπέρτερης δύναμης, συνήθως του φερώνυμου Αγίου του ναού ή του ίδιου του Μεγαλοδύναμου. Ένα τέτοιο χαρακτηριστικό παράδειγμα διασώζεται σε Μηναίο Νοεμβρίου από το ναό Αγίας Παρασκευής Κερασόβου:

«Τὸ παρῶν μηναῖον ὑπάρχει τῆς ἁγίας παρασκευῆς/το παρον μηναιον υπαρχει της αγίας/Τὸ παρὸν μηναῖον ὑπάρχει τῆς ἁγίας ὁσιοπαρθενομάρτυρος/κ(αὶ) ἀθληφώρου τοῦ χρισοῦ παρασκευῆς κ(αὶ) ὅποιος τὸ πάρι διὰ κλέψιμον κ(αὶ) δὲν τὸ φέρη ὀπίσω νὰ εἶναι ἀ/φωρεσμένος παρὰ θεοῦ κυρί(ου) παντοκρά/τορος κ(αὶ) νὰ ἔχῃ κ(αὶ) τὰς ἀρὰς τῶν τρακοσίων δέκα κ(αὶ) ὀκτὼ θεο/φόρων πατέρων κ(αὶ) τὸν ἀφορεσμὸν τοῦ ἁγίου λητζᾶς καὶ ἀγράφων κυρίου κυρί(ου) Δοσιθέου» (24).

Τούτο υπήρξε το θέλημα της απλοϊκής μοναχής Ανθεμίας που είτε επειδή το ψυχανεμίστηκε μόνη της είτε επειδή της άνοιξαν το μυαλό οι πνευματικοί της Δημήτριος και Θεοδόσιος, κατενόησε τη σημασία της λειτουργίας του σχολείου στο Καρπενήσι και θέλησε να το προικίσει με ό,τι πολύτιμο είχε, τα 2.000 γρόσια, μητρική της κληρονομιά και την αρχιερατική μίτρα που είχε αγορασμένη με δικά της χρήματα. Πιθανότατα αυτά που κέρδιζε εργαζόμενη το εργόχειρο (…)».

(18) ενικά Αρχεία Κράτους –Κεντρική Υπηρεσία: Αρχείο Γραμματείας /Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, σειρά 002-1833-1848: φάκελος 1804 έγγραφο

(19) Γενικά Αρχεία Κράτους-Κεντρική Υπηρεσία: Αρχείο Γραμματείας /Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, σειρά 002 -1833-1848: φάκελος 1804 έγγραφο 9

(20) Ο.π. έγγραφο 9

(21) Πρόκειται για τον Διονύσιο τον Λαρισαίο πού ποίμανε την επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων επί 27 έτη (1766-1793) για τον οποίο βλ. Πάνου Βασιλείου, «Η επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων επί Τουρκοκρατίας, με σύντομη επισκόπηση της ιστορίας της Ευρυτανίας των μοναστηριών και των σχολών της,», Αθήνα 1960,185-191. Για το ζήτημα των εγγάμων κληρικών ως επισκόπων μια βασική πληροφόρηση μπορεί κανείς να αναζητήσει στο http://www.myriobiblos.gr/texts/greek/bougatsos_gamos_kef01.html

(22) Η λέξη εργόχειρο σημαίνει γενικά το χειροτέχνημα, τη χειρωνακτική εργασία, οτιδήποτε φτιαγμένο με το χέρι βλ. Κριαρά Εμμανουήλ, «Λεξικό της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας (1100-1669), Θεσσαλονίκη, 1978, τ. Στ, λέξη εργόχειρο

(23) Την μίτρα όπως προκύπτει από τα έγγραφα έπαιρνε ο επίσκοπος Δοσίθεος Παναγιωτίδης τελευταίος επίσκοπος της επισκοπής Λιτζάς και Αγράφων για τον οποίο βλ. Πάνου Βασιλείου, «Η επισκοπή Λιτσάς και Αγράφων επί Τουρκοκρατίας, με σύντομη επισκόπηση της ιστορίας της Ευρυτανίας των μοναστηριών και των σχολών της», Αθήνα 1960, 191-203 για να λειτουργεί όποτε χρειαζόταν. Το 1842 όμως, και ενώ βρισκόταν στα χέρια του, απεβίωσε και η μίτρα κατέληξε στη Σύρο στο κατάστημα του Ιωάννη Καλουτά για πώληση. Οι κάτοικοι του Καρπενησιού καταγγέλλουν γι’ αυτό το Δημήτριο Παναγιωτίδη, ανιψιό του Δοσιθέου Παναγιωτίδη. Ο υπουργός δίνει εντολή στο διοικητή Σύρου να διερευνήσει την υπόθεση. Γενικά Αρχεία Κράτους –Κεντρική Υπηρεσία: Αρχείο Γραμματείας /Υπουργείου Εκκλησιαστικών και Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, σειρά 002 -1833- 1848: φάκελος 1804 έγγραφο 9

(24) ΓΑΚ-Αρχεία Ν. Ευρυτανίας, Γιάννη Μαυρομύτη, «Κατάλογοι παλαιότυπων εκκλησιαστικών βιβλίων νομού Ευρυτανίας με σχόλια και σημειώσεις», ΑΒΕ 102 ΑΕΕ ΣΥΛΛ.00 3.12 σελ. 4 (υπό έκδοσιν από Πανευρυτανική Ένωση με πρόλογο Μαρίας Παναγιωτοπούλου, προϊσταμένης ΓΑΚ Ευρυτανίας).

ΠΗΓΗ

ΦΩΤΟ: Woodhouse, W.J., 1897. Aetolia: its geography, topography, and antiquities. Clarendon Press

ΤΟΠΙΚΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
ΑΘΛΗΤΙΚΑ