ΕΜΦΥΛΙΟΣ. Οι Μάχες του Καρπενησίου το 1949. Η κατάληψη της πόλης από τον ΔΣΕ και η ανακατάληψη του Καρπενησίου από τον Εθνικό Στρατό

ΕΜΦΥΛΙΟΣ. Οι Μάχες του Καρπενησίου το 1949. Η κατάληψη της πόλης από τον ΔΣΕ και η ανακατάληψη του Καρπενησίου από τον Εθνικό Στρατό

Από το Βιβλίο: “1946 – 1949 ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ”. ΚΕΦΑΛΑΙΟ “ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ ΕΩΣ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1949” ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΛΙΔΑΚΗ

“Σε αντίθεση με την επίθεση στη Νάουσα, εκείνη στο Καρπενήσι δεν είχε μόνο το χαρακτήρα ενίσχυσης των τμημάτων του Δημοκρατικού Στρατού, αλλά επιβίωσής τους. Οι δυνάμεις του ΚΓΑΝΕ δεν είχαν άμεση πρόσβαση σε μια ελεγχόμενη περιοχή όπως στο Βίτσι, αλλά βρίσκονταν σε έναν κλοιό που είχαν δημιουργήσει οι διαδοχικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού στην περιοχή. Τα απαραίτητα εφόδια για την επιβίωση των τμημάτων, όπως και η ανανέωσή τους με νέα στρατολογία περνούσαν μέσα από τα φρουρούμενα αστικά κέντρα. Η προηγούμενη επιτυχία στην Καρδίτσα έδινε πιθανότητες για μια νέα επιτυχημένη επίθεση. Επιλέχθηκε η πόλη του Καρπενησιού, λόγω της σχετικής απομόνωσής της, καθώς οι ενισχύσεις της σε Λαμία και Αγρίνιο θα δυσκολεύονταν να προσεγγίσουν την περιοχή, ιδιαίτερα στην καρδιά του χειμώνα.

Ιανουάριος 1949

Η ΚΑΤΑΛΗΨΗ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΤΑΡΤΕΣ

Οι δυνάμεις των επιτιθέμενων ήταν σχετικά συγκεντρωμένες από την επιχείρηση της Καρδίτσας. Αυτές ήταν η I Μεραρχία του Γιώτη (X. Φλωράκης) και η II Μεραρχία του Διαμαντή (Γ. Αλεξάνδρου), καθώς και δυνάμεις του Αρχηγείου του ΚΓΑΝΕ και της Σχολής Αξιωματικών, στο σύνολο περίπου 2.800-2.900 μαχητές. 

Από την άλλη πλευρά, οι αμυνόμενοι μέσα στην πόλη και την περίμετρό της ήταν οι περίπου 1.200 άνδρες της τοπικής φρουράς, μιας μονάδας TEA και της τοπικής Χωροφυλακής, καθώς και ενισχύσεων Πεζικού από τη Μακρακώμη. 

Παρόλο που οι κυβερνητικές δυνάμεις ανέμεναν την επίθεση, τελικά επετεύχθη ο αιφνιδιασμός, καθώς οι δυνάμεις του ΔΣΕ πραγματοποίησαν την επίθεσή τους μέσα σε εξαιρετικά αντίξοες καιρικές συνθήκες και από αντισυμβατική θέση, περνώντας από την ομίχλη του παγωμένου Τυμφρηστού και επιτιθέμενες κατά μήκος της κοίτης του χειμάρρου Ξεριά. Η επίθεση ξεκίνησε τη νύχτα της 19ης προς την 20ή Ιανουάριου, χωρίς αρχικά να σημειώσει επιτυχία. Ολόκληρη η επόμενη μέρα πέρασε με τις προσπάθειες των επιτιθέμενων να κάμψουν τις θέσεις άμυνας και μόνο τα ξημερώματα της 21ης Ιανουάριου αυτό επετεύχθη και ο ΔΣΕ μπόρεσε να καταλάβει την πόλη. Μάλιστα, βρέθηκε στη σπάνια κατάσταση να έχει στην κατοχή του μια πόλη για κάποιο εύλογο χρονικό διάστημα.

Το Γενικό Επιτελείο Στρατού έβγαλε ανακοινωθέν το απόγευμα της 21ης Ιανουάριου: «Η κατάστασις εις την κωμόπολιν του Καρπενησιού είναι ακαθόριστος. Κατόπιν της διακοπής της δι’ ασυρμάτου επικοινωνίας δεν εγνώσθη η τύχη της φρουράς, εάν και εις ποία σημεία ανθίσταται. Από της πρωίας διεξάγεται σφοδρός αγών υπό των μονάδων ενισχύσεως αίτινες κινούνται εξ ανατολών προς Καρπενήσιον».

Οι εφημερίδες ανακοίνωναν την 22α Ιανουάριου: «Επαυσε από χθες πάσα επικοινωνία με το Καρπενήσι – Αγνοείται η τύχη της φρουράς». «Κατά νυκτερινάς πληροφορίας τας οποίας είχον αι ενταύθα στρατιωτικοί αρχαί αγνοείται η τύχη της φρουράς του Καρπενησιού διά το οποίον αι υπάρχουσαι ενδείξεις είναι ότι ευρίσκεται εις χείρας των συμμοριτών».

Οσον αφορά τις εκατέρωθεν απώλειες της μάχης, και εδώ πάλι βασιζόμαστε σε εκτιμήσεις. Από την πλευρά του Εθνικού Στρατού, μεγάλο μέρος της φρουράς διέρρευσε από την πόλη προς τη γύρω ύπαιθρο, με αποτέλεσμα πολλοί να βρουν το θάνατο από εξάντληση στις παγωμένες χαράδρες και δάση. Ο αριθμός των εκτός μάχης εκτιμάχαι περίπου στους 900 άνδρες, δηλαδή στα 3Α της φρουράς.

Ο εξοπλισμός που αποκόμισε ο ΔΣΕ από την επιχείρηση ήταν αξιόλογος: όλμοι, βαριά πολυβόλα και άλλα όπλα με τα πυρομαχικά ανανέωσαν τον οπλισμό του, ενώ συγκεντρώθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες οκάδες τροφίμων, ρούχα και άρβυλα, κουβέρτες και δέρματα και μεταγωγικά ζώα. Επίσης, στον τομέα της στρατολογίας, περίπου 400 νέοι εντάχθηκαν στα τμήματα, υπερκαλύπτοντας τις απώλειες της μάχης. Ο ΔΣΕ έδινε και ευρύτερη πολιτική σημασία στην επιτυχία του.

Για τον απολογισμό της μάχης έγραψε ο Χαρίλαος Φλωράκης (Γιώτης) σε άρθρο του στο περιοδικό «Δημοκρατικός Στρατός» (τεύχος 5), τον Μάιο του 1949, με τίτλο «Επιχείρηση Καρπενησιού »: «Η επιχείρηση του Καρπενησιού είχε γενικότερη πολιτικοστρατιωτική σημασία. 1) Ο μοναρχοφασισμός θα έχανε μία πόλη – δεύτερη μέσα στον ίδιο μήνα – πρωτεύουσα νομού, γνωστή και έξω από τα ελληνικά σύνορα απ’ την ιστορία της κατά τον αγώνα της κατοχής. 2) Γιατί η πόλη αυτή βρίσκεται πολύ μακριά απ’ τα σύνορα και σε περιοχή που ο μοναρχοφασισμός ισχυρίζεται ότι ξεκαθάρισε από τον Δ.Σ. 3) Γιατί ο μοναρχοφασισμός θα δεχόταν ένα τέτοιο γερό χτύπημα τις μέρες που διατυμπάνιζε ότι με την τοποθέτηση του Παπάγου σαν αρχιστρατήγου θα διορθώνονταν τα πράγματα. 4) Θα έχανε την πιο βαθιά προωθημένη βάση του, που είχε για τις εκστρατείες του στη Ρούμελη και τη Δυτική Θεσσαλία».

Η μάχη του Καρπενησιού λειτούργησε όχι μόνο ως μέσο επιβίωσης του ΔΣΕ στη Στερεά, αλλά και ως αντιπερισπασμός στις επιχειρήσεις του Εθνικού Στρατού εναντίον των τμημάτων του ΔΣΕ στην Πελοπόννησο. Οι εξελίξεις όμως εκεί ήταν δρομολογημένες και η απόσπαση ορισμένων μονάδων ΛΟΚ από την Αχαΐα στην Αιτωλοακαρνανία για την κάλυψη του Αγρίνιου δεν άλλαξε την κατάσταση στον Μόριά.

Φεβρουάριος 1949

ΑΝΑΚΑΤΑΛΗΨΗ ΤΟΥ ΚΑΡΠΕΝΗΣΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΘΝΙΚΟ ΣΤΡΑΤΟ

8-9 Φεβρουαρίου 1949. Εν μέσω χιονοθύελλας ο Εθνικός Στρατός υπό τον Στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο ανακαταλαμβάνει το Καρπενήσι.

Από την άλλη, η ανακατάληψη του Καρπενησιού αποδείχτηκε μια όχι εύκολη επιχείρηση και κινητοποίησε σημαντικές δυνάμεις του Εθνικού Στρατού. Την επιχείρηση ανέλαβε το επιτελείο του A’ Σώματος Στρατού με επικεφαλής τον αντιστράτηγο Θ. Τσακαλώτο. 

Στην ημερήσια διαταγή του, στις 2 Φεβρουάριου, αποτυπωνόταν το νέο πνεύμα του ολοκληρωτικού πολέμου: «Ξεύρω ότι ευρίσκεσθε στο χιόνι με μία επιθυμία, την ελευθέρωσιν του Καρπενησιού. Τούτο σε λίγο θα ελευθερωθή αλλά δεν αρκεί. Αλλη μια φορά θα ιδήτε στο Καρπενήσι το πέρασμα των Βουλγάρων. Θα αντλήσωμεν από το Καρπενήσι όλη την αγανάκτηση που θα δίδει το φτερούγισμα στα πόδια. Θα τους κυνηγάμε όπου και αν πάνε. Στην Πελοπόννησο επί 40 μέρες τα τμήματά μας τους κυνήγησαν και τους κυνηγούν χωρίς ανάπαυλα. Το κυνήγημα αυτό τους ετσάκισε και παραδίδονται καθημερινώς. Από μας εξαρτάται και θα γίνη να μην υπάρξη άλλος Βουλγαρικός βραχνάς. Καθαρίστε όλοι οι Διοικηταί άνευ οίκτου τα μετόπισθεν. Κάθε ύποπτος βοήθειας πρέπει να εκλείψη… στην τελική συντριβή των Εαμοβουλγάρων και τη Νίκην όλες αι δυνάμεις του Εθνους επεστρατεύθησαν».

Οι επιθέσεις προς το Καρπενήσι ήταν συνεχείς και οι δυνάμεις του ΔΣΕ, αφού συμπτύχθηκαν στην πόλη, άρχισαν να αποχωρούν και στις 8 Φεβρουάριου οι δυνάμεις του Εθνικού Στρατού μπήκαν στην πόλη. Παρά την επίμονη καταδίωξη των τμημάτων του ΔΣΕ τις επόμενες μέρες, αυτές κατάφεραν να διαφύγουν την περικύκλωση και εξόντωσή τους, περνώντας έπειτα από πολύπλοκους ελιγμούς στα Αγραφα.

Η κατάληψη του Καρπενησιού υπήρξε το αποκορύφωμα της επιθετικής δραστηριότητας του ΔΣΕ το χειμώνα 1948-1949 μετά τις επιτυχίες στην Καρδίτσα και τη Νάουσα. Θα ακολουθούσε όμως μια μεγάλη αποτυχία που θα συμβόλιζε και την καμπή του πολέμου προς την τελική ήττα του Δημοκρατικού Στρατού: η μάχη της Φλώρινας.

ΠΗΓΗ: “ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΣ ΜΑΧΕΣ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ” (Ιδιοκτησία SABD Α.Ε.), ΚΕΦΑΛΑΙΟ “ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΑΝΟΥΑΡΙΟ ΕΩΣ ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ ΤΟΥ 1949” ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΣΚΑΛΙΔΑΚΗ

Διαβάστε ακόμα

Επικαιρότητα