από την έντυπη έκδοση
Στις προθήκες των βιβλιοπωλείων βρίσκεται ήδη το βιβλίο του Πάνου Νιαβή με τίτλο «Δέκα πόντους μαύρο χιόνι». Κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Αρμός και στις 488 σελίδες του επιχειρείται να διασωθούν μνήμες μιας εποχής και να δικαιωθούν ανθρώπινες συμπεριφορές που τις αδίκησε η ιστορία. Ο ποιητής και συγγραφέας με καταγωγή από τον Μάραθο Αγράφων μίλησε στην εφημερίδα για το νέο του εγχείρημα.
Τι πραγματεύεται
Η ηρωίδα του βιβλίου, η Δασιά, εγκαταλειμμένη στο γηροκομείο μιας μικρής ορεινής πόλης στο λυκόφως της ζωής της απολογείται στον Θεό και στην εγγονή της (τον μόνο άνθρωπο που νοιάζεται για εκείνη) για τα κρίματα, τις ανομίες αλλά και τα εγκλήματα της ζωής της.
Η ιστορία εκτυλίσσεται χρονικά από το 1940 έως τις παρυφές του 21ου αιώνα. Τοπικά η ιστορία δεν έχει τόπο και καταγωγή, θα μπορούσε να είναι οπουδήποτε στην σκληρή ελληνική επαρχία της μέσα Ελλάδας τα μετεμφυλιακά χρόνια. Ο συγγραφέας δηλώνει κατηγορηματικά πως η μυθιστορία του δεν έχει τόπο, θεωρώντας τη Δασιά λογοτεχνική αδερφή της Τσούνγκα, της ηρωίδας του Μάριο Βάργκας Λιόσα. Το βιβλίο είναι γραμμένο για όλους εκείνους τους ανθρώπους, που χαράμισαν τις ζωές τους για υποθέσεις που δεν ήταν δικές τους.
Κι όπως «λέει» η ηρωίδα στο οπισθόφυλλο του βιβλίου: «Εγώ που σας ιστορώ εδώ, Δασιά με λένε! Γεννήθηκα στις πέτρινες πτυχώσεις της ιστορίας σε δίσεκτους χρόνους. Λαγγεύω για την αλήθεια με το ελάχιστο φως των ματιών μου που γέρασε. Οι εικόνες ακαθόριστες, παλιές και ξεθωριασμένες. Ένα αθώο φόρεμα της νιότης μου πλαταγίζει νοερά στο αέρα. Η βροχή και η αμφιβολία εξατμίζονται σαν παλιά πεπρωμένα…». «Απολογούμαι θα πει πως θέλω να αναπαυτώ οριστικά μες την ευρύχωρη αγκάλη της συγνώμη σας…».
Μια ηθογραφία της εποχής
«Το νέο μου μυθιστόρημα είναι μια μυθοπλασία μαγικού ρεαλισμού. Έχει χρόνο και ανήκει στην ιστορική περίοδο του 1940 μέχρι τις αρχές του 21ου αιώνα. Δεν έχει τόπο όμως, είναι ένα μυθιστόρημα που θα μπορούσε να έχει γραφτεί για οποιοδήποτε χωριό ή περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδος. Την εποχή που οι άνθρωποι ζούσαν σε ένα κοινοτισμό αλλά ταυτόχρονα στις σκληρές συνθήκες, οι ορεσίβιοι άνθρωποι αντιμετώπιζαν τη γυναίκα στη καθημερινότητα, περίπου ως… πράγμα», λέει στα Ευρυτανικά Νέα ο Πάνος Νιαβής.
«Η ηρωίδα», σημειώνει, «είναι μια ηλικιωμένη πια γυναίκα που βρίσκεται στο γηροκομείο μιας επαρχιακής πόλης -θα μπορούσε να είναι το Καρπενήσι- και μέσα στην ανημποριά της και μπροστά στον επικείμενο θάνατό της, απολογείται στον Θεό και ταυτόχρονα στην εγγονή της, η οποία είναι φιλόλογος και έτσι με αυτό το λογοτεχνικό τέχνασμα η ηρωίδα μιλάει μια πιο σύγχρονη γλώσσα απ’ ό,τι θα μιλούσε η ίδια, κρατώντας μόνο ένα μέρος από την ντοπιολαλιά για να διασωθούν λέξεις οι οποίες στην εποχή που ζούμε η ομογενοποίηση της τηλεοπτικής γλώσσας έχει οδηγήσει σε αφανισμό».
«Η γυναίκα αυτή», τονίζει, «είναι χήρα αντάρτη και μιλάει για τη ζωή της και πώς οδηγήθηκε να χρησιμοποιήσει, μέσα στον σκληρό εκείνο κόσμο τον μετεμφυλιακό, το κορμί της για να επιβιώσει, έχοντας υποστεί τα πάνδεινα από υποθέσεις που δεν ήταν δικές της». «Το βιβλίο», λέει ακόμα ο Π. Νιαβής, «είναι μια ηθογραφία της εποχής. Αναφέρεται σε μια σειρά θέματα όπως είναι η κίνηση της μετανάστευσης μετά τον εμφύλιο, οι άνθρωποι να εγκαταλείπουν τον τόπο για μια καλύτερη μοίρα είτε να φεύγουν στις μεγάλες πόλεις. Ζητήματα όπως είναι οι υιοθεσίες εκείνο τον καιρό, γιατί τα πολλά παιδιά σήμαιναν πολλά στόματα που δεν μπορούσαν να τραφούν, ή ακόμα το στάλσιμο κοριτσιών σε οικογένειες στην Αθήνα να δουλέψουν ως υπηρέτριες και μια σειρά από άλλα ζητήματα τα οποία θίγονται στις 488 σελίδες του βιβλίου, όπου η ηρωίδα απολογείται στον Θεό και αφηγείται ταυτόχρονα και την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του ιστορικού πλαισίου εκείνης της εποχής».
Βιογραφικό
Ο Πάνος Νιαβής γεννήθηκε το 1956 «στις αιματοβαμμένες πτυχώσεις της ιστορίας» λίγα χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου. Ο γενέθλιος τόπος, ο Μάραθος Αγράφων Ευρυτανίας, ποτίστηκε με αίμα, πόνο, μίσος και λύπες αγιάτρευτες από τη σφοδρότητα μιας αχρείαστης σύγκρουσης.
Οι κουβέντες νικητών και ηττημένων, αλλά κυρίως «οι άηχες φωνές» των σκοτωμένων που αχνοδιάβαιναν μες στους θολούς καθρέφτες των ενήλικων αφηγήσεων, έδιναν έναν μυθιστορηματικό αέρα στις αδικοχαμένες τους ζωές και τις διαφύλαξε νοσταλγικά ενθυμήματα κι άλλοτε εξομολογήσεις του πεπρωμένου τους.
Εκείνα τα χρόνια νύχτωνε νωρίς και οι νύχτες ήταν μακριές σαν τυφλή προσμονή που κοίταζε μέσα στο σκοτάδι το χαμένο δίκιο τους, που ας ελπίσουμε να το βρουν κάποτε οι ιστορικοί του μέλλοντος…
Παραμένει έκτοτε εσωτερικός εξόριστος, τρωτός και ανέστιος, ζώντας πια στην Αθήνα. Γράφει πολύ, αλλά λίγα από αυτά θα δουν το φως της δημοσιότητας. Γράφει κυρίως ποίηση και έχει εκδώσει δύο ποιητικές συλλογές. «Ο μαύρος κότσυφας στο χιόνι», εκδόσεις samizdat, και «Η Τριγωνομετρία των Παθών», εκδόσεις «Μελάνι». Πρόσφατα κυκλοφόρησαν, από τις Εκδόσεις Παρουσία, τριάντα ποιήματα της μεγάλης Αργεντινής ποιήτριας Αλφονσίνα Στόρνι με τον τίτλο: «No me olviden» με απόδοσή τους στα ελληνικά από τον συγγραφέα.