Με αφορμή την εορτή των Τριών Ιεραρχών, γράφει ο ιστοριοδίφης Γιάννης Δημητρίου:
«Κατά την παράδοση η σημερινή ημέρα (σ.σ. 30η Ιανουαρίου) ορίστηκε ως ημέρα συνεορτασμού των Τριών Ιεραρχών, επειδή και οι τρεις τους έχουν την εορτή τους μέσα στον Ιανουάριο: 1η του μήνα ο Μέγας Βασίλειος, 25η ο Θεολόγος Γρηγόριος και 27η η ανακομιδή λειψάνου του Χρυσόστομου Ιωάννη. Μεγάλες οι γιορτές τους και από άποψη λαογραφική άποψη καθώς η μνήμη τους τιμάται από τους απλούς λαϊκούς ανθρώπους της υπαίθρου.
Στην Ευρυτανία, παρότι οι τρεις άγιοι τιμώνται ιδιαιτέρως, πλην ενός υπέροχου ναού στο Τέρνοβο (σημ. Παπαδιά) που είναι αφιερωμένος στον Χρυσόστομο, νομίζω ότι δεν υπάρχει παλιός ναός αφιερωμένος στους άλλους δύο μεγάλους Αγίους. Το λέω με επιφύλαξη, ελπίζοντας σε διόρθωση.
Ωστόσο υπάρχουν πολλές και υπέροχης αισθητικής παλιές απεικονίσεις των τριών αγίων, στα πρότυπα που θέτει ο Ευρυτάν μέγας θεωρητικός της Αγιογραφίας Διονύσιος ο εκ Φουρνά, όπως οι κάτωθι του 1785, από την κόγχη του ιερού βήματος του καθολικού της Προυσιώτισας, δια χειρών του αχτύπητου “αγιογραφικού διδύμου” των Αγράφων: του Μαυριλιώτη Γεωργίου Γεωργίου και του Φουρνιώτη (συμπατριώτη του Διονυσίου) Γεωργίου Αναγνώστου».
Και συνεχίζει: “Ο αγιογράφοι Γεώργιος Γεωργίου και ο Γεώργιος Αναγνώστου που αναφέραμε αποτελούν τους τελευταίους εκφραστές της κίνησης, που ξεκίνησε ο μεγάλος ζωγράφος Διόνυσιος ο εκ Φουρνά, για επιστροφή στην παράδοση. Δουλεύοντας και γινόμενοι γνωστοί ως συνεργείο, κινήθηκαν στο πλαίσιο που καθόρισε ο ζωγράφος στο εργαστήρι του, όπου και πιθανώς μαθήτευσαν, και στο θεωρητικό του έργο την «Ερμηνεία».
Οι δύο ζωγράφοι σίγουρα δεν γνώρισαν τον μεγάλο δάσκαλο Διονύσιο με δεδομένο ότι ο Διονύσιος πεθαίνει περί το 1745 και το πρώτο γνωστό έργο των ζωγράφων, στη μονή Προυσού, το έχουμε περί τα 40 χρόνια αργότερα, το 1785. Όμως, οι εικονογραφικοί τύποι των παραστάσεων των δύο ζωγράφων που ακολουθούν τις περιγραφές και τις οδηγίες του σημαντικότατου θεωρητικού έργου του, της «Ερμηνείας» δείχνουν την επιρροή που υπάρχει στο έργο τους από την σχολή του Διονυσίου.
Ο μεν Γεώργιος Αναγνώστου καταγόταν από τον Φουρνά των Αγράφων και έζησε στο δεύτερο μισό του 18ου αιώνα. Ο πατέρας του λεγόταν Διαμαντής και γι’ αυτό σε πωλητήριο του 1782 εμφανίζεται να υπογράφει ως Γεώργιος Διαμαντόπουλος. Ο δε άλλος, ο Γεώργιος Γεωργίου, από το Μαυρίλο, το χωριό στα ανατολικά του Βελουχιού, με τα δεδομένα της τότε εποχής μπορεί να θεωρηθεί επίσης Αγραφιώτης. Οι τόποι καταγωγής των δύο ζωγράφων μας μαρτυρείται από επιγραφή, που βρίσκεται στο ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Σταυρός (παλαιότερα Ντεμιρλή), κοντά στα Φάρσαλα, η οποία μαρτυρά την παρουσία των αγιογράφων και εκτός των Αγράφων.
Οι δύο συνονόματοι αγιογράφοι, οι δύο Γεώργιοι είναι οι δημιουργοί των τοιχογραφιών που καλύπτουν τον εσωτερικό χώρο του Καθολικού της Μονής του Προυσού, δουλειά που τέλειωσε το 1785. Σε επιγραφή, εκτός από τα ονόματα των ζωγράφων και την ημερομηνία ιστόρησης του Καθολικού, μαθαίνουμε και το όνομα του επισκόπου που είναι στον θρόνο αυτή την εποχή στην επισκοπή Λιτζάς και Αγράφων, του Διονυσίου του Λαρισαίου (1766-1793). Την ίδια εποχή αγιογραφούν τον ναό της Παναγίας στους Δομιανούς (1787). Οι δύο ζωγράφοι αγιογραφούν και τις τέσσερις πλευρές του σημερινού Καθολικού της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου καθώς και τον επίσης υπέροχο Ναό των Ταξιαρχών τον Μάραθο (1791), ενώ κατά τον Π.Ι. Βασιλείου εκτιμάται ότι οι δύο ζωγράφοι εργάστηκαν και στη Μονή της Βράχας, αν και τόσο στην εικονογραφία όσο και την τεχνοτροπία εντοπίζονται εμφανείς διαφορές μεταξύ της Μονής της Βράχας και των έργων τους”.